Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2022

« ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ ΛΟΥΚΑ »

Το σημερινό Ευαγγελικό ανάγνωσμα, αγαπητοί μου φίλοι, μιλάει για δύο θαύματα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Το ένα είναι η θεραπεία μιας γυναίκας από πολυχρόνια αρρώστια και το άλλο είναι η ανάσταση ενός κοριτσιού. Και τα δύο είναι θαύματα της αγάπης και της παντοδυναμίας του Θεού. Ο Ιησούς Χριστός, μας λέει το Ευαγγέλιο, ξεκίνησε για το σπίτι του αρχισυναγώγου Ιαείρου. Τον Κύριο τον είχαν περικυκλώσει πολλοί άνθρωποι που είχαν ανάγκη. Ο καθένας Τον παρακαλούσε να λύσει το πρόβλημά του. Όλοι εκείνοι οι ταλαιπωρημένοι άνθρωποι ακολουθούσαν εκείνη την ημέρα τον Ιησού Χριστό, πηγαίνοντας για το σπίτι του Ιαείρου. Από κοντά πήγαινε και μία γυναίκα άρρωστη και απελπισμένη από τους ανθρώπους. Είχε όμως μεγάλη πίστη και ελπίδα στον Θεό. Πίστευε ότι τελικά θα γίνει το θαύμα και θα θεραπευθεί.

Αυτή την εσωτερική πίστη και τη μυστική ελπίδα των ανθρώπων ποιος  μπορεί να την περιγράψει; Είναι η προσωπική επικοινωνία και σχέση του ανθρώπου με τον Θεό, η οποία είναι ζωντανή και γι’ αυτό αποτελεσματική. Η γυναίκα που έπασχε από αιμορραγία πήγε από πίσω και άγγιξε κρυφά και δειλά την άκρη από το ένδυμα του Ιησού Χριστού. Δεν την είδε κανείς. Μα η άμεση θεραπεία της ήταν ένα γεγονός. Τα γεγονότα δεν μπορούν να κρυφτούν και είναι οι μάρτυρες της αληθείας. Στη σκέψη του Πέτρου και των άλλων ήταν μάταιο πράγμα να ψάχνει ο Ιησούς Χριστός να βρει ποιος Τον άγγιξε, όταν τόσος κόσμος ήταν γύρω Του κι όλοι έπεφταν πάνω Του. Κι όμως ο Κύριος επέμενε: «Ήψατό μού τις· εγώ γαρ έγνων δύναμιν εξελθούσαν απ’ εμού» (ΛΟΥΚΑ 8, 46). Τι έχουμε τώρα να πούμε γι’ αυτό το μυστικό και σιωπηλό θαύμα του Θεού; Τα πιο μεγάλα θαύματα του Θεού είναι θαύματα σιωπής.
Για τα θαύματα του Ιησού Χριστού, εκείνοι που γενικά δεν θέλουν να ακούσουν για θαύμα, είπαν πολλά, για να τα αρνηθούν ή για να δώσουν σε αυτά μια φυσική εξήγηση. Μα τα θαύματα δεν είναι φυσικά γεγονότα, γι’ αυτό και δεν εξηγούνται λογικά και με φυσικό τρόπο. Αυτό θα πει θαύμα, κάτι που γίνεται και δεν εξηγείται λογικά και φυσικά. Τα θαύματα γενικά πρέπει να τα δούμε με μια εσωτερική αίσθηση, που είναι η πίστη. Μπροστά στα θαύματα, που είναι ελεγμένα γεγονότα, η πίστη μας οδηγεί να καταλάβουμε ότι τα γεγονότα αυτά είναι ενέργειες  της αγάπης και της παντοδυναμίας του Θεού. Εμείς μάθαμε να λέμε για κάποιους φυσικούς νόμους, σύμφωνα με τους οποίους γίνεται ό,τι γίνεται στον κόσμο. Η πίστη όμως, μπροστά σε όσα ανεξήγητα συμβαίνουν, μας οδηγεί να κατανοήσουμε ότι πίσω από τους λεγόμενους φυσικούς νόμους είναι οι πνευματικοί λόγοι, που διέπουν απόρρητα την ύπαρξη και τη ζωή του κόσμου και του ανθρώπου.
Ειδικά για τα θαύματα, που γίνονται στους ανθρώπους, όπως ακούμε και βλέπουμε στη γυναίκα του σημερινού Ευαγγελίου, αυτά είναι μία μετάγγιση της θείας δύναμης μέσα στον άνθρωπο, που έρχεται σε προσωπική επικοινωνία με τον Θεό. Το θαύμα δεν είναι μία μαγική πράξη. Είναι πράξη ενσυνείδητη και ηθελημένη μεταξύ δύο προσώπων, που είναι ο Θεός και ο άνθρωπος. Η αιμορροούσα γυναίκα, πριν να αγγίξει κρυφά το ένδυμα του Ιησού Χριστού, Τον είχε αγγίξει μέσα της με την πίστη. Το βεβαιώνει ο Ίδιος ο Κύριος, όταν λέει πως βγήκε δύναμη από πάνω Του κι όταν μαρτυρεί για την πίστη της γυναίκας: «θάρσει, θύγατερ, η πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εις ειρήνην» (ΛΟΥΚΑ 8, 48). Εδώ δεν λειτούργησαν κάποιοι φυσικοί νόμοι, μα πάνω στη φυσική αρρώστια της γυναίκας εκδηλώθηκε η πνευματική και άκτιστη ενέργεια του Θεού. Το πως ακριβώς έγινε δεν εξηγείται με τη λογική.
Το δεύτερο θαύμα του Ιησού Χριστού, το οποίο λέει η σημερινή Ευαγγελική περικοπή, είναι η ανάσταση της κόρης του αρχισυναγώγου Ιαείρου. Μπροστά στο γεγονός ότι το κορίτσι είχε πεθάνει, στους γονείς και σε όλους που έκλαιγαν ο Ιησούς Χριστός είπε: «Μη κλαίετε· ουκ απέθανεν, αλλά καθεύδει» (ΛΟΥΚΑ 8, 52). Και θα έλεγε κανείς ότι το κορίτσι δεν είχε πεθάνει, αλλά κοιμόταν. Όμως αυτό δεν ίσχυε, γιατί το επιβεβαίωναν τόσο οι παρόντες όσο και το ιερό κείμενο. Και αυτό το βλέπουμε στον προστακτικό λόγο του Κυρίου μας: «η παις, εγείρου» (ΛΟΥΚΑ 8, 54). Μετά την προσταγή αυτή του Χριστού προς το κορίτσι το πνεύμα της επέστρεψε κι αυτή αμέσως σηκώθηκε. Ο Ιησούς τότε διέταξε να της δώσουν να φάει. Οι γονείς της έμειναν κατάπληκτοι από αυτό το συγκλονιστικό θαύμα! Βρίσκονταν μπροστά στην ανάσταση της κόρης τους!
Αγαπητοί μου φίλοι, ότι το πνεύμα της κόρης του Ιαείρου επέστρεψε στο σώμα της, μας δίνει τροφή και για μία άλλη σκέψη. Όταν πεθάνει ο άνθρωπος, δεν είναι ότι τον αφήνει η ζωτική δύναμη, αλλά ότι φεύγει από μέσα του το πνεύμα. Και το πνεύμα αυτό, που είναι η «ζώσα ψυχή» (ΓΕΝ. 2, 7) μετά το εμφύσημα του Δημιουργού στον άνθρωπο, φεύγοντας από το σώμα δεν χάνεται, γι’ αυτό και μπορεί να ξαναγυρίσει, όπως και θα ξαναγυρίσουν όλες οι ψυχές και θα βρουν τα σώματά τους την ημέρα της κοινής ανάστασης των κεκοιμημένων. Αυτή την πίστη και την ελπίδα ομολογεί ο κάθε Χριστιανός, όταν λέει: «Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών» (Σύμβολον της Πίστεως). Αυτά τα δύο θαύματα του Κυρίου μας που ακούσαμε σήμερα στο Ευαγγελικό ανάγνωσμα, ας γίνουν αφορμή για προβληματισμό όσον αφορά για το πως πρέπει να αντιμετωπίζουμε τη σχέση μας με τον Θεό.
Με αγάπη Χριστού,
π. Βασίλειος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου