Η κοινωνία των πρώτων Χριστιανών, αγαπητοί
μου φίλοι, ήταν η πιο τέλεια μέσα στην ανθρώπινη Ιστορία. Τα πάντα ρυθμίζονταν
με την ανιδιοτελή αγάπη, η οποία έφθανε μέχρι θυσίας. Τόση ήταν η ομόνοια, η
αγάπη και η συμφωνία των πρώτων Χριστιανών, ώστε να φαίνονται ότι αποτελούν
«μία καρδιά και μία ψυχή» (ΠΡΑΞ. 4, 32). Πίστευαν και το βεβαίωναν με τις
πράξεις τους, ότι μεταξύ τους είναι αδελφοί με κοινό Πατέρα τον Θεό. Κατάργησαν
τις κοινωνικές διακρίσεις και τη διαφορά ως προς τα υλικά αγαθά. Οι πλούσιοι
πουλούσαν τα κτήματά τους και πήγαιναν τα χρήματα στους Αποστόλους για τη
διατροφή και συντήρηση όλων των αδελφών. Έτσι «ην αυτοίς άπαντα κοινά» (ΠΡΑΞ.
4, 32). Πλούσιοι και φτωχοί ενωμένοι συνέτρωγαν με αγάπη στο κοινό τραπέζι της
πίστης και της αγάπης του Χριστού. Την κοινοκτημοσύνη αυτή κανένα πολιτικό
σύστημα δεν μπόρεσε να την εφαρμόσει.
Παρόλα αυτά, στην ιδεώδη αυτή κοινωνία,
παρουσιάσθηκαν μερικά παράπονα. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς αναφέρει, στη σημερινή
Αποστολική περικοπή, ότι παραπονέθηκαν οι Ελληνιστές Ιουδαίοι, διότι στη
διακονία των κοινών τραπεζών παραθεωρούνταν οι χήρες και τα ορφανά τους εκ
μέρους των γηγενών Εβραίων. Γίνονταν δηλαδή προσωποληψίες και διακρίσεις. Αυτές
οι καταστάσεις οδήγησαν τους Χριστιανούς αυτούς σε φιλονικίες και ταραχές. Τα
παράπονα των Ελληνιστών Ιουδαίων διαβιβάσθηκαν στους Αποστόλους, οι οποίοι ως
οι μόνοι υπεύθυνοι της Χριστιανικής κοινότητας επελήφθησαν του ζητήματος. Δήλωσαν
προς τους Χριστιανούς ότι δεν ήταν δυνατό να αφήσουν την προσευχή και το
κήρυγμα, δηλαδή το κύριο έργο που ανέλαβαν από τον Κύριο και να απασχολούνται
με τη διανομή των τροφίμων. Κάτι τέτοιο θα τους εμπόδιζε από το ιερό έργο που
είχαν αναλάβει.
Δεν ήταν όμως και δυνατό να αφήσουν το
ζήτημα άλυτο. Έτσι συνέστησαν στους Χριστιανούς να εκλέξουν επτά άνδρες
δίκαιους, «πλήρεις Πνεύματος Αγίου και σοφίας» (ΠΡΑΞ. 6, 3), αμερόληπτους και
ακέραιους στο χαρακτήρα και αυτοί να αναλάβουν να διακονούν στις κοινές
τράπεζες και έτσι να διορθωθεί το κακό. Η πρόταση των Αποστόλων έγινε δεκτή από
τους Χριστιανούς. Έτσι εξέλεξαν επτά άνδρες με αυτά τα προσόντα και τους πήγαν
στους Αποστόλους. Οι Απόστολοι, αφού προσευχήθηκαν, «επέθηκαν αυτοίς τας
χείρας» (ΠΡΑΞ. 6, 6), για να έλθει η χάρη και η ευλογία του Θεού και να τους
αναδείξει άξιους της ιερής διακονίας. Με τον τρόπο αυτό σταμάτησαν οι
φιλονικίες και οι ταραχές. Τα παράπονα σταμάτησαν, η ενότητα επανήλθε και η
ειρήνη αποκαταστάθηκε μεταξύ των πιστών. Και ο λόγος του Θεού αύξανε και
πληθύνονταν καθημερινώς οι νέοι Χριστιανοί.
Αν όμως στην αγία κοινωνία των πρώτων
Χριστιανών δημιουργήθηκαν γογγυσμοί και παράπονα, επόμενο είναι και στις δικές
μας κοινωνίες, οι οποίες απέχουν πολύ από το Χριστιανικό πνεύμα της πρώτης
Εκκλησίας, να δημιουργούνται ασυμφωνίες και αντιθέσεις. Τέτοιες αντιθέσεις
παρατηρούνται και στο χώρο της Εκκλησίας, στις κυβερνήσεις, στα πολιτικά
κόμματα, στα σωματεία, στην οικογενειακή ζωή και γενικώς όπου συνεργάζονται οι
άνθρωποι. Οι ανθρώπινες αδυναμίες είναι η κύρια αιτία των παρεξηγήσεων και των
διαφωνιών. Στη σημερινή εποχή διασπάται η συνεργασία των εργατών και του
κεφαλαίου. Ο αθεϊστικός υλισμός ζήτησε να αποθηριώσει τους εργάτες, να
δημιουργήσει ταξικό μίσος και από το άλλο μέρος στον υπαρκτό σοσιαλισμό ο
κρατικός συγκεντρωτισμός αδίκησε τους εργάτες. Ο τεχνοκρατικός πάλι
καπιταλισμός, παραθεώρησε τις πνευματικές αξίες και μετέβαλε τους ανθρώπους σε
εξαρτήματα των μηχανών.
Με όλα αυτά τα ανθρώπινα συστήματα
εκμηδενίσθηκε το ανθρώπινο πρόσωπο και καλλιεργήθηκε ο αγχώδης ατομισμός. Οι
αντιθέσεις αίρονται, όταν οι άνθρωποι κυριαρχηθούν από το πνεύμα της αγάπης.
Άρχοντες και αρχόμενοι χωρίς ιδιοτέλεια μπορούν να λύνουν τα δύσκολα κοινωνικά
προβλήματα με τον πιο ομαλό τρόπο. Στο σημερινό Αποστολικό ανάγνωσμα είδαμε ότι
οι Απόστολοι έδωσαν τίμια και δίκαιη λύση. Και σήμερα στον οργανωμένο κοινωνικό
βίο οι διοικούντες και οι διοικούμενοι μπορούν, αν είναι άνθρωποι της πίστης,
της αγάπης και της προσφοράς, να βρίσκουν λύσεις προς το συμφέρον όλων. Πως
μπορεί να επιτευχθεί όμως αυτό όταν αυτοί που διοικούν δεν πιστεύουν στον Θεό ή
ανήκουν σε μασονικές στοές; Ή όταν οι πολίτες προσπαθούν να κλέψουν με τη σειρά
τους το κράτος; Ο κοινωνικός βίος μπορεί να προάγεται, όταν λείπουν τα διαπλεκόμενα
συμφέροντα.
Αγαπητοί μου φίλοι, η σημερινή Αποστολική
περικοπή αναφέρεται ιδιαιτέρως στις σύγχρονες κοινωνίες. Η πλεονεξία, ο
εγωϊσμός, η απληστία, δημιουργούν τις αντιθέσεις και υποβιβάζεται ο κοινωνικός
πολιτισμός. Οι αντιθέσεις και οι συγκρούσεις μεταβάλλουν τις κοινωνίες μας σε
ζούγκλα, όπου υπερισχύει το δίκαιο του ισχυρότερου. Η Γη μας παράγει πολλά
αγαθά που με τη δίκαιη κατανομή τους μπορούν να καταστήσουν τους ανθρώπους
αυτάρκεις και όχι να βλέπουμε τα παιδιά στην Αφρική να πεθαίνουν από την πείνα
και να προσπαθούν να σβήσουν τη δίψα τους μέσα σε λασπόνερα. Για να γίνουν όμως
όλα αυτά θα πρέπει να υπάρχει πνευματική ζωή. Όταν βιώσουμε τα πνευματικά
αγαθά, τότε θα χαιρόμαστε δίκαια και τα υλικά. Η έννοια της Βασιλείας του Θεού
είναι η προτεραιότητα των πνευματικών αγαθών που χαρίζουν και τη δικαιοσύνη
στην απόλαυση και των υλικών. «Ζητείτε δε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την
δικαιοσύνην αυτού, και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν» (ΜΑΤΘ. 6, 33). Χριστός
Ανέστη!
Με
αγάπη Χριστού Αναστάντος,
π.
Βασίλειος.