Ο Απόστολος
Παύλος, αγαπητοί μου φίλοι, στο σημερινό Αποστολικό ανάγνωσμα απευθύνεται στους
Χριστιανούς της Κορίνθου. Η Κόρινθος εκείνη την εποχή ήταν μία από τις
μεγαλύτερες πόλεις του κόσμου. Κτισμένη κοντά στη θάλασσα, στον περίφημο Ισθμό,
είχε εξελιχθεί σ’ ένα σπουδαίο ναυτικό και εμπορικό κέντρο της Μεσογείου.
Χιλιάδες καράβια πήγαιναν και έφευγαν από το λιμάνι της. Οι κάτοικοι ζούσαν με
πολυτέλεια και ασωτία. Οι διεφθαρμένες γυναίκες ήσαν πολλές. Πορνεία, μοιχεία,
ασωτία, πολυτέλεια και κάθε άλλη κακία, επικρατούσαν στην πόλη της Κορίνθου.
Στην Κόρινθο ήταν άγνωστος ο Χριστός. Αλλά πήγαν και σε αυτή την πόλη οι
κήρυκες του Ευαγγελίου. Πήγε ο Απόστολος Παύλος και έμεινε εκεί ενάμιση χρόνο.
Με φλογερή καρδιά κήρυξε και κάλεσε τους ανθρώπους να πιστέψουν στον
Εσταυρωμένο Κύριο. Το κήρυγμά του έφερε λαμπρά αποτελέσματα.
Με τα κηρύγματα του Αποστόλου Παύλου, όπως
και άλλων Αποστόλων και κηρύκων του Ευαγγελίου, σχηματίσθηκε η πρώτη Εκκλησία
στην Κόρινθο. Αυτή η Εκκλησία δεν είχε κανένα ναό, γιατί οι ειδωλολάτρες όχι
μόνο δεν επέτρεπαν να κτίσουν οι Χριστιανοί ναούς, αλλά και δεν τους άφηναν
ούτε να συγκεντρωθούν δημόσια. Οι Χριστιανοί εκείνη την εποχή συγκεντρώνονταν
σε σπίτια, όπου εκεί προσεύχονταν και τελούσαν το Μυστήριο της Θείας
Ευχαριστίας. Όλοι εκείνοι οι Χριστιανοί ήσαν ενωμένοι στο όνομα του Χριστού.
Ενωμένη, λοιπόν, ήταν και η Εκκλησία της Κορίνθου. Αυτή η κατάσταση χαροποιούσε
τον Απόστολο Παύλο και στενοχωρούσε τους δαίμονες. Γιατί τίποτα άλλο δεν μισεί
ο σατανάς τόσο όσο να βλέπει τους Χριστιανούς να είναι ενωμένοι και αγαπημένοι.
Γι’ αυτό και προσπάθησε ο σατανάς να διαιρέσει την Εκκλησία της Κορίνθου. Και
προ στιγμή το κατόρθωσε.
Οι περισσότεροι Χριστιανοί της Κορίνθου
ήσαν Έλληνες. Εμείς οι Έλληνες, ως λαός, έχουμε ένα φοβερό κληρονομικό
ελάττωμα, τη διχόνοια. Από την αρχαιότητα μέχρι το πρόσφατο παρελθόν πολλοί
εμφύλιοι πόλεμοι πραγματοποιήθηκαν και μας ταλαιπώρησαν. Έτσι φύτρωσαν μέσα
στην Κόρινθο θρησκευτικά κόμματα. Οι λίγοι Χριστιανοί διαιρέθηκαν. Άλλοι έκαναν
αρχηγό τους τον Παύλο˙ άλλοι τον Απολλώ, που ήταν ένας δυνατός ρήτορας˙ άλλοι
τον Πέτρο, που ήταν ο πιο γνωστός Απόστολος και μαθητής του Κυρίου. Ο Απόστολος
Παύλος στενοχωριέται με την κατάσταση αυτή και τους μαλώνει λέγοντάς τους πως
αυτό που κάνουν δεν είναι σωστό. «Διαμοιράσθηκε, λοιπόν, ο Χριστός; Μήπως είναι
ο Παύλος που πέθανε πάνω στον Σταυρό για να μας σώσει; Ή μήπως στο όνομα του
Παύλου έχετε βαπτισθεί;» (Α΄ ΚΟΡ. 1, 13). Ο Απόστολος Παύλος υπενθυμίζει στους
Χριστιανούς της Κορίνθου ότι ο Χριστός είναι το παν και δεν χρειάζεται να έχουν
διχόνοια μεταξύ τους. Ο Χριστός ενώνει και δεν διαιρεί.
Ο Απόστολος Παύλος λέει στους Κορινθίους
ότι κανένας άλλος δεν αγάπησε τόσο τον άνθρωπο όσο ο Χριστός. Ο Χριστός
σταυρώθηκε και έχυσε το τίμιο αίμα Του για εμάς τους ανθρώπους. Πραγματικά
ο Σταυρός είναι η πιο μεγάλη απόδειξη
της θεϊκής αγάπης. Χωρίς τη θυσία του Χριστού, κανένας δεν θα μπορούσε να
σωθεί. Αυτό βέβαια δεν το αισθάνονται οι πιο πολλοί Χριστιανοί. Και γι’ αυτό
μένουν αδιάφοροι όταν ακούνε ότι ο Χριστός σταυρώθηκε για εμάς τους ανθρώπους.
Ο Σταυρός δεν τους συγκινεί. Και όμως χωρίς τον Σταυρό, χωρίς το αίμα του
Θεανθρώπου που χύθηκε πάνω στον φρικτό Γολγοθά, Εκκλησία δεν θα υπήρχε. Υπάρχει
Εκκλησία, επειδή θυσιάσθηκε ο Χριστός. Υπάρχει Εκκλησία επειδή, κάθε φορά που
χτυπάει η καμπάνα και μαζεύονται οι Χριστιανοί, αυτή η θυσία του Χριστού
επαναλαμβάνεται και το Άχραντο σώμα και το Τίμιο αίμα του Χριστού κατά
μυστηριώδη τρόπο προσφέρονται στους Χριστιανούς «εις άφεσιν αμαρτιών και εις
ζωήν αιώνιον».
Ο Απόστολος Παύλος, θέλοντας να χτυπήσει
τη διαίρεση των Χριστιανών και να τους ενώσει, σαν το πιο δυνατό επιχείρημα
αναφέρει τον Σταυρό. Ποιος, ρωτάει, σταυρώθηκε; Ποιος έχυσε το αίμα Του; Ποιο
αίμα στάθηκε ικανό να ξεπλύνει τις αμαρτίες όλου του κόσμου; Κανείς άνθρωπος
δεν μπορεί να σβήσει έστω μία αμαρτία με το δικό του αίμα. Όλοι οι άνθρωποι
είμαστε αμαρτωλοί και έχουμε ανάγκη από συγχώρηση και λύτρωση. Ένας μας σώζει
και μας λυτρώνει, ο Χριστός. Όλοι οι άλλοι, που κηρύττουμε τον Χριστό, δεν
είμαστε τίποτα μπροστά Του. Γιατί λοιπόν υπερηφανευόμαστε και καυχόμαστε; Γιατί
διαιρούμε την Εκκλησία και προβάλλουμε τον εαυτό μας και θέλουμε να στήσουμε το
«εγώ» μέσα στην Εκκλησία του Χριστού; Αυτά τα εγωϊστικά φερσίματα των Χριστιανών
διαιρούν και κομματιάζουν την Εκκλησία του Χριστού.
Αγαπητοί μου φίλοι, δυστυχώς κι εμείς οι
σημερινοί Χριστιανοί, κάποιες φορές, διαιρούμε την Εκκλησία του Χριστού. Σε
παλιότερα χρόνια, όταν ήσαν στη δόξα τους οι Χριστιανικές αδελφότητες, Χριστιανοί
από την μία αδελφότητα δεν πήγαιναν στην άλλη. Αν συναντούσαν Ιερέα από την
αδελφότητα στην οποία ανήκαν, έπαιρναν την ευχή του και αν ήταν δίπλα άλλος
Ιερέας που δεν ανήκε στην αδελφότητα περιορίζονταν μόνο στο να πουν μια
καλημέρα. Άλλο πάλι φαινόμενο είναι ο Γεροντισμός, η προσκόλληση σε κάποιον
Γέροντα, λέγοντας μάλιστα πως ο δικός μας Γέροντας είναι ο καλύτερος. Έχουμε
καταντήσει τα σοβαρά πνευματικά θέματα σαν ποδοσφαιρικές ομάδες. Αυτά είναι
απαράδεκτα φαινόμενα για έναν Χριστιανό. Αυτά όλα πρέπει να σβήσουν γιατί
φανερώνουν εγωϊσμό. Μόνο με την ταπείνωση θα εξαφανισθούν σχίσματα και οι
διαιρέσεις. Και τότε η Εκκλησία ενωμένη θα προβάλει λαμπρή σαν τον ήλιο, χωρίς
σύννεφα και χωρίς σκιές.
Με
αγάπη Χριστού,
π.
Βασίλειος.