Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2022

« ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ »

Κυριακή του Ασώτου σήμερα, αγαπητοί μου φίλοι, και στην Ευαγγελική περικοπή ακούσαμε τη θαυμάσια σχετική παραβολή του Κυρίου μας, η οποία χαρίζει ελπίδα σε κάθε απελπισμένο και δείχνει την ορθή πορεία της επιστροφής σε κάθε άνθρωπο που έχει αποστατήσει από τον Θεό. Μας παρουσιάζει με γλαφυρό τρόπο την άπειρη στοργή και αγάπη του Θεού, του σπλαχνικού Πατέρα που αναμένει με λαχτάρα την επιστροφή του ασώτου παιδιού Του, την μετάνοια του κάθε αμαρτωλού. Κάποιοι υποστηρίζουν πως και αν ακόμη είχε χαθεί ολόκληρο το Ευαγγέλιο και είχε σωθεί μόνο αυτή η παραβολή, θα μπορούσε αυτή να αποτελέσει κείμενο ελπίδας και σωτηρίας για το ανθρώπινο γένος. Οι Πατέρες όρισαν να είναι αφιερωμένη η Κυριακή αυτή στη συγκεκριμένη παραβολή του Κυρίου, για να τονισθεί στους πιστούς η απύθμενη αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο και το πλούσιο έλεος της συγχώρησης, που δίνει στους ανθρώπους που μετανοούν.

Ας δούμε τι λέει η παραβολή αυτή του Κυρίου μας. Ένας πατέρας είχε δύο γιους. Κάποια ημέρα του παρουσιάσθηκε ο νεώτερος και του ζήτησε το μερίδιο της περιουσίας του που νόμιζε ότι του ανήκει. Μοίρασε ο πατέρας την περιουσία του στα δύο παιδιά του και σε λίγες ημέρες ο νεώτερος γιος πήρε όσα του έδωσε ο πατέρας κι έφυγε σε χώρα μακρινή, όπου σκόρπισε την περιουσία του κάνοντας άσωτη ζωή. Όταν πια έχασε τα πάντα, έπεσε πείνα μεγάλη στη χώρα εκείνη, κι εκείνος άρχισε να στερείται. Έτσι αποφάσισε να εργασθεί ως δούλος σε έναν από τους κατοίκους της χώρας, ο οποίος τον έστειλε στα χωράφια να βόσκει χοίρους. Και όχι μόνο αυτό, αλλά επιπλέον «έφθασε στο σημείο να θέλει να χορτάσει με τα ξυλοκέρατα που έτρωγαν οι χοίροι, αλλά κανένας δεν του έδινε» (ΛΟΥΚΑ 15, 16). Η πείνα δεν υποφέρεται. Κινδύνεψε να χάσει τη ζωή του.
Πως ξέπεσε έτσι ο δυστυχισμένος αυτός νέος! Αυτός που ήταν ελεύθερος, έγινε τώρα δούλος. Το άλλοτε βασιλόπουλο, έγινε τώρα δούλος. Αυτός που απολάμβανε τα πάντα κοντά στον πατέρα του, τώρα στερείται και πεινάει. Ζηλεύει ακόμη και την τροφή των χοίρων! Πραγματική εξαθλίωση! Έτσι καταντά ο άνθρωπος μακριά από τον Θεό, ένας στερημένος δούλος. Εκεί οδηγείται όποιος απομακρύνεται από τον Θεό για να ζήσει δήθεν ελεύθερα, χωρίς περιορισμούς και εντολές, και να απολαύσει, όπως νομίζει, τη ζωή του. Κυλιέται για κάποιον καιρό στις ηδονές, βυθίζεται στον βούρκο της ασωτίας και τελικά καταντά αιχμάλωτος των παθών του. Καταντά δέσμιος των δαιμόνων. Ανικανοποίητος και απελπισμένος. Και είναι δύσκολο μετά ο άνθρωπος να πολεμήσει τα πάθη του. Έλεγε ο Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: «Ένα αγκαθάκι βγάζεις από το δάκτυλό σου και πονάς, πόσο μάλλον να ξερριζώσης από μέσα σου ένα πάθος!» (Πάθη και Αρετές-Λόγοι Ε΄, σελίδα 34).
Κάποια στιγμή συνήλθε ο νέος από τη μέθη της αμαρτίας, θυμήθηκε τα αγαθά που απολάμβανε κοντά στον πατέρα του και σκέφθηκε: «Πόσοι εργάτες του πατέρα μου έχουν περίσσιο ψωμί, κι εγώ εδώ πεθαίνω της πείνας!» (ΛΟΥΚΑ 15, 17). Πήρε λοιπόν τη μεγάλη απόφαση της επιστροφής, όχι για να ζητήσει τη θέση που είχε πριν, να γίνει δηλαδή και πάλι «υιός», αλλά για να μείνει στο σπίτι του πατέρα του ως υπηρέτης. Καθώς όμως επέστρεφε, τον είδε από μακριά ο στοργικός πατέρας του, που όλα αυτά τα χρόνια τον περίμενε, και έτρεξε με λαχτάρα να τον προϋπαντήσει. Τον αγκάλιασε σφιχτά και τον καταφιλούσε με στοργή. Ο νέος τότε με συντριβή ξεκίνησε να απολογείται: «Πατέρα, αμάρτησα στον Θεό και σ’ εσένα και δεν αξίζω να λέγομαι γιος σου» (ΛΟΥΚΑ 15, 21). Ο πατέρας τον διέκοψε και διέταξε τους δούλους του να τον περιποιηθούν και να τον φροντίσουν.
Ας ακούσουμε τα λόγια του στοργικού πατέρα: «Βγάλτε γρήγορα την καλύτερη στολή και ντύστε τον· φορέστε του δαχτυλίδι στο χέρι και δώστε του υποδήματα. Φέρτε το σιτευτό μοσχάρι και σφάξτε το να φάμε και να ευφρανθούμε, γιατί αυτός ο γιος μου ήταν νεκρός και αναστήθηκε, ήταν χαμένος και βρέθηκε» (ΛΟΥΚΑ 15, 22-24). Έτσι ξεκίνησαν το πανηγύρι. Όταν γύρισε ο μεγαλύτερος γιος από το χωράφι και άκουσε μουσικές και χορούς, ρώτησε έναν από τους υπηρέτες να μάθει τι συμβαίνει. Και ο υπηρέτης του είπε ότι επέστρεψε ο αδελφός του και προς τιμή του γίνονται όλα αυτά. Τότε ο μεγαλύτερος γιος θύμωσε και δεν ήθελε να μπει μέσα στο σπίτι. Ο πατέρας του βγήκε έξω και τον παρακαλούσε με την ίδια στοργή που έδειξε και στο νεώτερο γιο του, να μπει μέσα στο σπίτι και να συμμετάσχει στη γιορτή. Ο μεγαλύτερος γιος παραπονέθηκε πως γι’ αυτόν ποτέ δεν είχε κάνει κάτι τέτοιο.
Αγαπητοί μου φίλοι, ποια καρδιά μπορεί να μείνει ασυγκίνητη μπροστά στην ανέκφραστη στοργή του σπλαχνικού αυτού πατέρα, που συμβολίζει τον Θεό; Ποια γλώσσα μπορεί να περιγράψει την άπειρη αγάπη του πολυεύσπλαχνου Θεού, ο Οποίος περιμένει την επιστροφή του κάθε αμαρτωλού; Μας περιμένει στο Ιερό Μυστήριο της Εξομολόγησης, όχι για να μας επιπλήξει και να μας τιμωρήσει, αλλά για να μας συγχωρήσει, να μας ελευθερώσει, να μας χαρίσει τον «μόσχον τον σιτευτόν» (ΛΟΥΚΑ 15, 23), το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού με το Ιερό Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Μας περιμένει να μας καταστήσει και πάλι παιδιά Του αγαπημένα. Ας πάρουμε λοιπόν κι εμείς τη γενναία απόφαση να αφήσουμε τα ξυλοκέρατα της αμαρτίας και τους χοίρους των παθών, να μετανοήσουμε και να επιστρέψουμε στη χαρά και στην αγάπη του σπλαχνικού Πατέρα μας.
Με αγάπη Χριστού,
π. Βασίλειος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου