Στο σημερινό Αποστολικό ανάγνωσμα,
αγαπητοί μου φίλοι, ο λόγος του Αποστόλου Παύλου είναι και πάλι για τον Σταυρό
του Κυρίου, όπως και την προηγούμενη Κυριακή. Ο Σταυρός είναι το κήρυγμα του
Αποστόλου, το κήρυγμα της Εκκλησίας. «Χριστώ συνεσταύρωμαι· ζω δε ουκέτι εγώ,
ζη δε εν εμοί Χριστός» (ΓΑΛ. 2, 19-20). Ο Παύλος μας λέει σήμερα πως είναι
σταυρωμένος μαζί με τον Χριστό. Ο Σταυρός και η Ανάσταση του Κυρίου, που είναι
το ίδιο γεγονός και το ίδιο θαύμα· ο Σταυρός, που ξημερώνει στην Ανάσταση και η
Ανάσταση, που είναι η καινούργια ημέρα μετά τη νύκτα του Σταυρού. Χωρίς τον
θάνατο του Σταυρού δεν έρχεται η Ανάσταση και χωρίς τη ζωή της Ανάστασης δεν
δικαιώνεται ο Σταυρός. Η πορεία του κάθε Χριστιανού είναι Σταυροαναστάσιμη. Δεν
γίνεται αλλιώς. Για να αναστηθούμε πρέπει πρώτα να περάσουμε από τον προσωπικό
μας σταυρό.
Ο Απόστολος Παύλος δεν θέλει να καταργήσει
το νόμο. Αγωνίζεται για να ξεκολλήσει τους συμπατριώτες του Εβραίους από την
αντίληψη πως αρκεί ο νόμος, οι θυσίες, οι εξωτερικοί εξαγνισμοί και αυτή ακόμη
η περιτομή, για να δικαιώσουν τον άνθρωπο και να τον αποκαταστήσουν ενώπιον του
Θεού. Όλα αυτά καταργήθηκαν με την υπέρτατη θυσία στον Σταυρό του Ιησού Χριστού,
που προσφέρθηκε μια για πάντα και συνεχίζει τώρα να προσφέρεται μέσα στην
Εκκλησία για τη σωτηρία του κόσμου. Ο νόμος, μας λέει ο Απόστολος Παύλος,
«παιδαγωγός ημών γέγονεν εις Χριστόν» (ΓΑΛ. 3, 24). Αυτό θα πει πως ο νόμος
δόθηκε με προθεσμία και με σκοπό να προετοιμάσει τους ανθρώπους. Όταν ήλθε ο
Χριστός, έληξε η προθεσμία του νόμου και οι άνθρωποι προετοιμασμένοι
πνευματικά, ξέροντας ότι ο νόμος δεν σώζει, αφού κανένας δεν μπορεί να τον
εκτελέσει πιστά, πέρασαν από τη δουλεία του νόμου στην ελευθερία της χάρης.
Ο κάθε νόμος είναι δουλεία, εξωτερικός
καταναγκασμός και καθήκον. Ενώ η χάρη, ο Χριστός δηλαδή και το Ευαγγέλιο, είναι
υπέρβαση του νόμου, προσωπική ελευθερία και χρέος. Ο δίκαιος άνθρωπος
υπερβαίνει και ξεπερνάει το νόμο. Δεν τον καταργεί, αλλά τον συμπληρώνει. Και
όπως μας λέει ο Ίδιος ο Κύριος για το νόμο: «Ουκ ήλθον καταλύσαι, αλλά
πληρώσαι» (ΜΑΤΘ. 5, 17). Ο νόμος είναι κομμένος στα μέτρα του παλαιού ανθρώπου,
του ανθρώπου της πτώσης. Το Ευαγγέλιο είναι κομμένο στα μέτρα του νέου
ανθρώπου, του ανθρώπου της Ανάστασης. Οι περισσότεροι άνθρωποι προσπαθούν από
μόνοι τους να εκτελέσουν το νόμο, αλλά δεν τα καταφέρνουν πάντα. Αντίθετα οι
άνθρωποι της Εκκλησίας αγωνίζονται να εφαρμόσουν το Ευαγγέλιο στη ζωή τους με
τη χάρη του Θεού. Οι άνθρωποι του νόμου στην ηθική τους προσπάθεια είναι
γυμνοί, ενώ οι άνθρωποι της Εκκλησίας έχουν τη βοήθεια του Θεού.
Αν αγαπήσουμε πραγματικά τον Χριστό, τότε
θα κατανοήσουμε πως το Ευαγγέλιο δεν είναι δύσκολο να εφαρμοσθεί στην
καθημερινότητά μας. Όμως χρειάζεται έρωτας για τον Χριστό, όχι απλώς μία ξερή
τήρηση των εντολών του Θεού. Ο νόμος είναι δουλεία· το Ευαγγέλιο ελευθερία. Ο
νόμος είναι η δικαιοσύνη· το Ευαγγέλιο είναι η χάρη. Ο νόμος είναι εξωτερική
επιταγή· το Ευαγγέλιο είναι εσωτερικό φρόνημα. Στην περιοχή του νόμου πασχίζει
και αγωνίζεται ο άνθρωπος· στο χώρο του Ευαγγελίου πάσχει και χαρίζεται ο Θεός.
Ίσως πουν κάποιοι πως αυτά είναι μόνο ωραία λόγια και θεωρίες. Και όμως είναι η
αλήθεια, καθώς την διαβάζουμε και την βλέπουμε στον λόγο για τον Σταυρό και στη
ζωή των Αγίων της Εκκλησίας. Με τη δική του αρετή δεν σώζεται κανένας άνθρωπος,
αλλά μόνο με την χάρη και τη βοήθεια του Θεού. Αυτή είναι η τραγωδία του
σημερινού ανθρώπου, ότι στηρίζεται αποκλειστικά στις δυνάμεις του.
Αν ήταν με τα έργα του νόμου να
δικαιώνεται ενώπιον του Θεού και να σώζεται ο άνθρωπος, τότε γιατί να έλθει και
να πάθει ο Χριστός; Αν ήταν αρκετή η αρετή μας για να μας κάνει δίκαιους
ενώπιον του Θεού και να μας σώσει, τότε τι χρειαζόταν η χάρη και η αλήθεια του
Ιησού Χριστού; Στο Ευαγγέλιο διαβάζουμε πως ο νόμος δόθηκε από τον Μωϋσή, αλλά
«η χάρις και η αλήθεια δια Ιησού Χριστού εγένετο» (ΙΩΑΝ. 1, 17). Η χάρη και η
αλήθεια δεν δόθηκε, καθώς ο νόμος, αλλά πραγματοποιήθηκε από τον Ιησού Χριστό,
και είναι τώρα πια ένα γεγονός, το γεγονός της σωτηρίας μέσα στην Εκκλησία. Αν
μπορούσαν οι άνθρωποι να δικαιωθούν ενώπιον του Θεού με το νόμο, τότε λοιπόν
άδικα πέθανε ο Χριστός. Και όχι μόνο άδικα, όχι μόνο ήσαν περιττά και πήγαν
χαμένα το πάθος και ο θάνατος του Ιησού Χριστού, μα έγιναν και αιτία να αφήσουν
οι άνθρωποι το νόμο και να πιστέψουν στον Χριστό.
Αγαπητοί μου φίλοι, το σημερινό Αποστολικό
ανάγνωσμα εκφράζει την εσωτερική και προσωπική εμπειρία του Αποστόλου Παύλου,
που είναι και η εμπειρία όλων των Αγίων της Εκκλησίας. Αυτός είναι ένας κόσμος
πνευματικής τελειότητας, όχι όπως θα νόμιζε κάποιος έξω από τη ζωή αυτού του
κόσμου, αλλά πιο πέρα και πιο ψηλά από τα όρια του νόμου και από τη δικαιοσύνη
των Φαρισαίων, την τυπική δηλαδή αρετή των «φρονίμων» και την ηθική των «εναρέτων»
ανθρώπων. Τέτοιοι υπάρχουν και σήμερα στο χώρο της Εκκλησίας ή στις δικές τους
κάστες. Αυτοί πιστεύουν πως έχουν δεμένο τον Θεό και πως η δικαίωση και η
σωτηρία τους ανήκει, ως μισθός των έργων τους και της αρετής τους. Αλλά ο
αληθινός Χριστιανός έχει μια στέρεη βάση στο ζήτημα της σωτηρίας του· πιστεύει
στο γεγονός ότι τον σώζει ο Χριστός ο Υιός του Θεού, που αγάπησε τον κόσμο και
παρέδωσε τον εαυτό Του για τη σωτηρία του κόσμου. Αυτή την πίστη να έχουμε κι
εμείς.
Με
αγάπη Χριστού,
π.
Βασίλειος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου