«Δεν
είμαι ήρωας. Οι ήρωες πεθαίνουν νέοι. Είμαι ένας πολίτης που κάνει το καθήκον
του», έλεγε ο Μίκης Θεοδωράκης και αυτό έκανε μέχρι τέλους.
Από
το κρεβάτι και την καρέκλα του στον τελευταίο όροφο του σπιτιού του, με την
πελώρια τζαμαρία και θέα την Ακρόπολη, σχολίαζε με τον δικό του τρόπο κάθε τι
που τον απασχολούσε, πολιτισμό, πολιτική, τα κοινά.
Ρούφηξε
τη ζωή μέχρι τέλους: «Πώς πρέπει να ζήσουμε τα μετρημένα χρόνια μας; Πρέπει να
τα γευτείς, να τα εξαντλήσεις. Πρέπει με τα μάτια να δεις ό,τι υπάρχει, με το
στόμα σου να φας ό,τι υπάρχει, με τα χέρια να ψάξεις ό,τι υπάρχει» -και αυτό
που έλεγε σε συνέντευξή του ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν η καθημερινότητά του.
Σήμερα
έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 96 ετών. «Ο Μίκης Θεοδωράκης έφυγε σήμερα Πέμπτη 2
Σεπτεμβρίου 2021 και ώρα 08.35' από καρδιοαναπνευστική ανακοπή», αναφέρεται
στην προσωπική ιστοσελίδα του.
Ο Μίκης από τη Χίο που κατέκτησε τον κόσμο
Ο
Μίκης Θεοδωράκης γεννήθηκε στη Χίο. Η καταγωγή του πατέρα του, Γιώργη
Θεοδωράκη, Μπιζανομάχου, ήταν από τον Γαλατά Χανίων και της μητέρας του,
Ασπασίας Πουλάκη, από τον Τσεσμέ της Μικράς Ασίας. Οι γονείς του συναντήθηκαν
στη Μικρά Ασία, λίγο πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Τα παιδικά του χρόνια
ο Μίκης Θεοδωράκης τα πέρασε σε διάφορες πόλεις της ελληνικής επαρχίας, όπως τη
Μυτιλήνη, τα Γιάννενα, το Αργοστόλι, τον Πύργο Ηλείας, την Πάτρα, και κυρίως
στην Τρίπολη Αρκαδίας, λόγω των συχνών μεταθέσεων του δημοσίου υπαλλήλου πατέρα
του.
Στην
Τρίπολη, μόλις 17 ετών, δίνει την πρώτη του συναυλία παρουσιάζοντας το έργο του
«Κασσιανή» και παίρνει μέρος στην αντίσταση κατά των κατακτητών. Στη μεγάλη
διαδήλωση της 25ης Μαρτίου 1943 συλλαμβάνεται για πρώτη φορά από τους Ιταλούς
και βασανίζεται. Διαφεύγει στην Αθήνα, όπου οργανώνεται στον ΕΛΑΣ και εκτελεί
χρέη διαφωτιστή στον Πέμπτο Τομέα της ΕΠΟΝ, ενώ αγωνίζεται και σαν διμοιρίτης
της Μεταξωτής διμοιρίας του 1ου τάγματος της Νέας Σμύρνης κατά τα Δεκεμβριανά.
Συγχρόνως σπουδάζει στο Ωδείο Αθηνών με καθηγητή τον Φιλοκτήτη Οικονομίδη.
Το
1950 αποφοιτά από το Ωδείο με δίπλωμα στην αρμονία. Το 1954 μεταναστεύει με
κρατική υποτροφία στο Παρίσι, όπου εγγράφεται στο Conservatoire και σπουδάζει
με τον Ολιβιέ Μεσιάν, για σύντομο χρονικό διάστημα, μουσική ανάλυση, καθώς
επίσης και διεύθυνση ορχήστρας με τον Εζέν Μπιγκό. Συνθέτει μουσική για το
μπαλέτο της Λουντμίλα Τσέρινα, το Κόβεντ Γκάρντεν, το Μπαλέτο της Στουτγκάρδης
και επίσης για τον κινηματογράφο. Το 1957 του απονέμεται το πρώτο βραβείο του
Φεστιβάλ της Μόσχας από τον Σοστακόβιτς για το έργο του Suite No 1 για πιάνο
και ορχήστρα. Συγχρόνως συνθέτει πολλά έργα συμφωνικής μουσικής και μουσικής
δωματίου.
«Αν δεν είχα βιώσει αυτά που βίωσα, δεν θα είχα γράψει αυτή τη μουσική»
Ως πολιτικός υπήρξε υπουργός και τέσσερις φορές εκλεγμένος βουλευτής του ελληνικού Κοινοβουλίου με το ΚΚΕ και τη ΝΔ, ενώ παράλληλα ήταν ακτιβιστής τιμημένος με το Βραβείο Ειρήνης Λένιν το 1983.
Ως
πολιτικός υπήρξε υπουργός και τέσσερις φορές εκλεγμένος βουλευτής του ελληνικού
Κοινοβουλίου με το ΚΚΕ και τη ΝΔ, ενώ παράλληλα ήταν ακτιβιστής τιμημένος με το
Βραβείο Ειρήνης Λένιν το 1983.
Είχε
ασχοληθεί με όλα τα είδη της μουσικής, ενώ είχε συνθέσει τον ίσως πιο
αναγνωρίσιμο ελληνικό ρυθμό διεθνώς, το συρτάκι «Ζορμπάς» (1964), βασισμένο σε
παραδοσιακή κρητική μουσική. Επίσης έχει ασχοληθεί με την κλασική μουσική
γράφοντας συμφωνίες, ορατόρια, μπαλέτα, όπερες και μουσική δωματίου. «Αν δεν
είχα βιώσει αυτά που βίωσα, δεν θα είχα γράψει αυτή τη μουσική. Η μουσική για
εμένα ποτέ δεν υπήρξε αυτοσκοπός, είναι κάτι το βιωματικό», έλεγε.
Συνθέσεις
του έχουν ερμηνευτεί από καλλιτέχνες παγκοσμίου φήμης, όπως οι Beatles, η
Σίρλεϊ Μπάσεϊ, η Τζόαν Μπαέζ και η Εντίθ Πιάφ.
Είχε
γράψει μουσική για σημαντικές ταινίες όπως: Φαίδρα (1962), Αλέξης Ζορμπάς
(1964), Ζ (1969) και Σέρπικο (1973). Το 1970, για τη μουσική στην ταινία Ζ, του
απονεμήθηκε το βραβείο BAFTA για πρωτότυπη μουσική, ενώ ήταν υποψήφιος στην
ίδια κατηγορία του 1974, για την ταινία State of Siege, και το 1975 για την
ταινία Serpico. Επίσης ήταν υποψήφιος για Γκράμι το 1966 και το 1975 για το
μουσικό θέμα των ταινιών Ζορμπάς και Serpico αντίστοιχα.
Το πιο σημαντικό του έργο θεωρείται η μελοποιημένη ποίηση, χρησιμοποιώντας ως στίχους ποιήματα βραβευμένων ποιητών ελληνικής και ξένης καταγωγής, όπως οι Γιάννης Ρίτσος (Βραβείο Ειρήνης Λένιν 1976), Γιώργος Σεφέρης (Νόμπελ 1963), Πάμπλο Νερούδα (Νόμπελ 1971), Οδυσσέας Ελύτης (Νόμπελ 1979). Το 2000 προτάθηκε για βραβείο Νόμπελ Ειρήνης
www.iefimerida.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου