Η σημερινή Κυριακή, αγαπητοί μου φίλοι,
είναι η πρώτη Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και ονομάζεται Κυριακή της
Ορθοδοξίας. Το Αποστολικό ανάγνωσμα, που ακούσαμε σήμερα, προέρχεται από την
προς Εβραίους Επιστολή του Αποστόλου Παύλου. Η περικοπή αυτή είναι ένας ύμνος
της πίστης μας. Ο Απόστολος ανοίγει την Ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης και από
εκεί παίρνει παραδείγματα ανδρών και γυναικών, που πίστεψαν στον αληθινό Θεό
και με την πίστη τους αυτή κατόρθωσαν πράγματα μεγάλα και θαυμαστά. Τα θαύματά
τους είναι πολλά. Οι ήρωες αυτοί της πίστης μας είναι οι άνθρωποι εκείνοι, που
θυσίασαν τα πάντα για την αγάπη του Θεού. Ένας από αυτούς τους ήρωες της πίστης
είναι και ο Προφήτης Μωϋσής, για τον οποίο μιλάει ο σημερινός Απόστολος. Ο
Μωϋσής ήταν μια μεγάλη προσωπικότητα της Παλαιάς Διαθήκης.
Ο Μωϋσής έζησε 1500 περίπου χρόνια πριν
από τον Χριστό. Η ζωή του ήταν γεμάτη θαύματα. Το πρώτο θαύμα έγινε τις πρώτες
ημέρες που γεννήθηκε. Σύμφωνα με ένα νόμο που είχε βγάλει ο Φαραώ της Αιγύπτου,
όλα τα νεογέννητα αρσενικά παιδιά των Εβραίων έπρεπε να σκοτώνονται και να
ρίχνονται στον Νείλο ποταμό. Ένας νόμος που θεσπίσθηκε, για να εξοντωθεί το
γένος των Εβραίων. Και ο Μωϋσής, που ήταν παιδί Εβραίων, έπρεπε κι αυτός να
σκοτωθεί, σύμφωνα με τον νόμο του Φαραώ. Αλλά ο Θεός είχε άλλα σχέδια. Δεν
σκοτώθηκε. Σώθηκε. Η μητέρα του τον έβαλε μέσα σε ένα πανεράκι, που έφραξε με
πίσσα για να μη μπαίνουν νερά, και έτσι το έρριξε στο ποτάμι. Η κόρη του Φαραώ,
που έκανε τον περίπατό της στο ποτάμι, το είδε και το έβγαλε έξω. Τότε είδε με
έκπληξη, ότι μέσα στο πανεράκι ήταν ένα αγοράκι, το οποίο το συμπάθησε.
Η πριγκίπισσα το υιοθέτησε και το ανέθρεψε
σαν πριγκιπόπουλο στο παλάτι. Έμαθε κατόπιν γράμματα και έγινε ένας από τους
πιο μορφωμένους ανθρώπους της εποχής του. Ζούσε μέσα στα πλούτη και είχε όλα τα
αγαθά. Προοριζόταν να γίνει κι αυτός μια ημέρα Φαραώ, βασιλιάς της Αιγύπτου.
Αλλά ο Μωϋσής κάποια στιγμή έφυγε από το παλάτι και πήγε σε μια έρημο. Εκεί
έγινε βοσκός και έζησε 40 χρόνια, ώσπου τον κάλεσε ο Θεός για τη μεγάλη
αποστολή. Πραγματικά ήταν παράξενη η κίνηση αυτή του Μωϋσή, σύμφωνα με τα
ανθρώπινα δεδομένα. Όμως για τον Μωϋσή δεν ήταν παράξενο αυτό που έκανε γιατί
γνώριζε από μικρός ότι ήταν παιδί Εβραίων. Δεν ανεχόταν να υποφέρει το έθνος
του από τους τυράννους της Αιγύπτου. Δεν ήταν αναίσθητος άνθρωπος, που τον
ενδιέφερε μόνο ο εαυτός τους και τίποτα πέρα από αυτόν.
Σίγουρα μέσα στη ψυχή του θα έγινε μεγάλη
πάλη. Από το ένα μέρος τα παλάτια, οι δόξες, οι τιμές και όλα τα αγαθά του
κόσμου. Κι από το άλλο μέρος οι φτωχές καλύβες, οι ξυλοδαρμοί, οι φυλακές, τα
βασανιστήρια, η πείνα και η δυστυχία των σκλάβων συμπατριωτών του. Τι να κάνει
; Να μείνει στα παλάτια ; Θα ήταν ένας προδότης, που πάνω από την πίστη και την
πατρίδα θα είχε μόνο την καλοπέρασή του. Αλλά και να αφήσει το παλάτι ήταν μια
δύσκολη απόφαση, αφού είχε μάθει στην καλοπέραση. Ο Μωϋσής όμως προτίμησε το
δεύτερο. Προτίμησε από τον πλούτο τη φτώχεια, από την καλοπέραση την
κακοπάθεια, από τη δόξα την ατιμία και την περιφρόνηση. Αντί να είναι το
αγαπημένο παιδί μιας πριγκίπισσας, προτίμησε να είναι ένα από τα παιδιά του
σκλαβωμένου λαού. Έτσι έφυγε από τα ανάκτορα και πήγε στην έρημο, όπου
εξασκούσε το επάγγελμα του βοσκού.
Αλλά και αργότερα όταν ο Θεός τον κάλεσε
να γίνει αρχηγός του απελευθερωτικού αγώνα της φυλής του, φάνηκε πιστός στην
αποστολή του. Ήλθαν στιγμές που ο λαός έδειξε στον Μωϋσή τη χειρότερη
συμπεριφορά. Επειδή στον αγώνα αυτόν παρουσιάσθηκαν διάφορες δυσκολίες, ο λαός
ανυπόμονος και αχάριστος τα έβαζε με τον Μωϋσή. Έβριζαν και στενοχωρούσαν τον
ευεργέτη τους, που για χάρη τους είχε θυσιάσει τα πάντα. Και ότι έκανε ο
Εβραϊκός λαός στον Χριστό, όταν ήλθε στον κόσμο για να τον σώσει, το ίδιο έκανε
και στον Μωϋσή. Ο Μωϋσής όμως δεν απογοητευόταν. Δεχόταν τις ύβρεις και τα
πειράγματα των συμπατριωτών του, για την αγάπη του Θεού. Ήξερε πολύ καλά σε
ποιον πιστεύει και για ποιον υποφέρει όλα αυτά. Πίστευε με όλη του την ψυχή
στον Θεό και έμενε πιστός στην αποστολή του. Δεν υποχωρούσε μπροστά στα ιδανικά
του.
Αγαπητοί μου φίλοι, κι εμείς μπορούμε να
μιμηθούμε τον Μωϋσή στην αυταπάρνησή του. Καλύτερα να είμαστε φτωχοί και
περιφρονημένοι με τον Χριστό, παρά πλούσιοι και ένδοξοι με τον διάβολο.
Προτιμότερο να βριζόμαστε και να χλευαζόμαστε για τον Χριστό, παρά να
επαινούμαστε και να εγκωμιαζόμαστε από τους ανθρώπους που υπηρετούν με τα έργα
τους τον κοσμοκράτορα του αιώνα αυτού. Δυστυχώς ο περισσότερος κόσμος χλευάζει
τους ανθρώπους που πιστεύουν στον Χριστό, πηγαίνουν στην Εκκλησία, κοινωνούν
των Αχράντων Μυστηρίων και προσπαθούν να ζήσουν μια γνήσια Χριστιανική ζωή. Μην
δειλιάζουμε μπροστά σε τέτοιες καταστάσεις, αλλά να προσπαθούμε να μοιάζουμε
στον Μωϋσή, ο οποίος προτίμησε την ταλαιπωρία για την πίστη του στον Θεό, παρά
τα βασιλικά παλάτια.
Με
αγάπη Χριστού,
π.
Βασίλειος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου