Στο σημερινό Ευαγγελικό ανάγνωσμα, αγαπητοί
μου φίλοι, βλέπουμε τον Κύριο να περπατάει στην ακρογιαλιά της Γαλιλαίας και
πλήθος κόσμου να τρέχει κοντά Του. Και καθώς βλέπει δύο μικρά πλοία αραγμένα
στη λίμνη, μπαίνει σε ένα από αυτάˑ είναι το πλοίο του Σίμωνα. Και τον
παρακαλεί να το σύρει λίγο πιο μέσα στη λίμνη, προκειμένου να διδάξει τα πλήθη
μέσα από το πλοίο αυτό. Όταν τελείωσε τη διδασκαλία Του ο Κύριος, λέει στον
Σίμωνα να πάει το πλοίο πιο βαθιά στη λίμνη και να ρίξουν τα δίχτυα τους. Ο Σίμων
όμως του αποκρίθηκε πως όλη τη νύκτα είχαν ρίξει τα δίχτυα τους και δεν είχαν
πιάσει κανένα ψάρι. Όμως επειδή το έλεγε ο Κύριος θα έριχνε και πάλι τα δίχτυα.
Και το θαύμα που ακολούθησε ήταν εντυπωσιακό. Τα δίχτυα τους γέμισαν με πολλά
ψάρια, ώστε άρχισαν να σχίζονται. Οι ψαράδες τότε φώναξαν αμέσως τους
συνεταίρους τους για να τους βοηθήσουν.
Τι νόημα όμως είχε αυτό το τόσο
εντυπωσιακό θαύμα; Και γιατί ο Κύριος πριν το επιτελέσει ζήτησε από τους
ψαράδες να ρίξουν τα δίχτυα τους και μάλιστα σε ακατάλληλη ώρα; Διότι ο Κύριος
ήθελε να διδάξει μεγάλες αλήθειες, μέσα από το θαύμα αυτό, στους ψαράδες της
Γαλιλαίας, τους οποίους σε λίγο θα καλούσε να γίνουν αλιείς ανθρώπων και να
σαγηνεύουν στα πνευματικά τους δίχτυα όλη την οικουμένη. Αυτό το θαύμα ήταν τύπος
της πνευματικής αλιείας τους. Και έπρεπε να χαραχθεί βαθιά στην ψυχή τους.
Έπρεπε να το θυμούνται πολύ καλά οι Απόστολοι του Κυρίου, όταν αργότερα στο
τεράστιο έργο τους θα συναντούσαν δυσκολίες και απογοητεύσεις. Έπρεπε να
θυμούνται και να συναισθάνονται ότι στην πνευματική τους διακονία, χωρίς τον
Κύριο, δεν θα μπορούσαν να πετύχουν τίποτα, ενώ με τη δική Του δύναμη θα
μπορούσαν να κάνουν τα πάντα.
Επίσης μέσα από το εντυπωσιακό αυτό θαύμα
ήθελε ο Κύριος να κάνει τους μαθητές Του να καταλάβουν, ότι για να έχουν
καρποφορία στο έργο τους, θα έπρεπε να έχουν τυφλή υπακοή στα προστάγματά Του.
Ακόμη και σε αυτά που δεν κατανοούσε η περιορισμένη λογική τους. Να μην έχουν
ούτε ένα λογισμό αμφιβολίας. Φυσικά η υπακοή δεν είναι κατάργηση της ελευθερίας
του ανθρώπου, αλλά αληθινή δύναμη, αφού κόβεται το θέλημά του μπροστά στην
αληθινή ελευθερία, που είναι ο Χριστός. Ακόμη ο Κύριος ήθελε οι μαθητές Του να
μην υπολογίζουν κόπο και θυσίες. Αυτοί να δίνουν τον χρόνο τους, τον κόπο τους
και τη ζωή τους, για να τα μεταχειρισθεί όπως Αυτός ήθελε. Τέλος οι μαθητές
έπρεπε να έχουν την βεβαιότητα ότι ο Κύριος βλέποντας τη θυσία τους, την
πρόθυμη υπακοή τους και την αδιάσειστη πίστη στη δύναμή Του, θα τους επιβράβευε
με κάθε τρόπο.
Όταν είδε ο Πέτρος το πρωτοφανές αυτό και
ανέλπιστο πλήθος των ψαριών, έπεσε στα γόνατα του Χριστού και είπε: Βγες από το
πλοίο μου και φύγε από μένα, Κύριε, διότι είμαι άνθρωπος αμαρτωλός και δεν
είμαι άξιος να Σε έχω στο πλοίο μου. «Ιδών δε Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοις
γόνασιν Ιησού λέγωνˑ έξελθε απ’ εμού, ότι ανήρ αμαρτωλός ειμι, Κύριε» (ΛΟΥΚΑ 5,
8). Ο Απόστολος Πέτρος καταλάβαινε την αμαρτωλότητά του. Ο Κύριος όμως τον
καθησύχασε και του είπε: Μη φοβάσαι. Από τώρα θα σαγηνεύεις ανθρώπους, τους
οποίους με το κήρυγμά σου θα οδηγείς στη σωτηρία. «Και είπε προς τον Σίμωνα ο
Ιησούςˑ μη φοβούˑ από του νυν ανθρώπους έση ζωγρών» (ΛΟΥΚΑ 5, 10). Κατόπιν,
αφού όλοι μαζί οι ψαράδες επανέφεραν τα πλοία στη στεριά, άφησαν τα πάντα και
Τον ακολούθησαν. «Και καταγαγόντες τα πλοία επί την γην αφέντες άπαντα
ηκολούθησαν αυτώ» (ΛΟΥΚΑ 5, 11).
Η στάση όμως αυτή του Αποστόλου Πέτρου μας
δημιουργεί κάποιον προβληματισμό. Γιατί αντί να πανηγυρίσει για το μεγαλειώδες
αυτό θαύμα, παρακάλεσε τον Κύριο να φύγει από το πλοίο του; Αυτός που από τα
παιδικά του χρόνια περίμενε τον Μεσσία, τώρα Του ζητά να φύγει από τη ζωή του;
Ασφαλώς το αίτημα του Πέτρου δεν εκφράζει μια διάθεση άρνησης του Χριστού.
Αντίθετα. Ο άδολος αυτός ψαράς της Γαλιλαίας ένιωσε την ώρα εκείνη ένα φοβερό
συγκλονισμό στην ψυχή του. Κατάλαβε μέσα από το γεγονός αυτό, ότι δεν έχει
μπροστά του έναν απλό άνθρωπο, αλλά ένα μοναδικό διδάσκαλο που έχει θεία
δύναμη. Και αισθανόμενος το μεγαλείο Του δεν αντέχει να ατενίσει το θεϊκό Του
πρόσωπο, αλλά πέφτει συντετριμμένος και Τον προσκυνά. Διότι αισθάνεται τον
εαυτό του ανάξιο της παρουσίας Του. Αισθάνεται την αγιότητα του Χριστού και την
δική του αμαρτωλότητα.
Αγαπητοί μου φίλοι, αυτό ακριβώς συμβαίνει
σε κάθε πνευματικό άνθρωπο κάθε φορά που αισθάνεται ιδιαιτέρως έκδηλη την
ευλογία του Θεού στη ζωή του. Είναι ένα βίωμα που το νιώθουμε οι πιστοί καθώς
βρισκόμαστε σε μία ιερή ώρα της λατρείας ή σε στιγμές που αισθανόμαστε
ολοζώντανο τον Θεό στη ζωή μας. Σε αυτές τις στιγμές αφυπνίζεται η συναίσθηση
της αμαρτωλότητάς μας. Μας συνέχει ο φόβος του Θεού. Φοβόμαστε την παρουσία του
Θεού, αλλά ταυτόχρονα την ποθούμε. Πώς να πλησιάσουμε τον πάναγνο Κύριο εμείς
οι ανάξιοι; Όσο περισσότερο αναγνωρίζουμε την αμαρτωλότητά μας, τόσο
περισσότερο ελκύουμε το έλεος και την αγάπη του Χριστού. Γι’ αυτό ας στεκόμαστε
με δέος και φόβο ενώπιόν Του και ας Τον παρακαλάμε ταπεινά να μην φύγει ποτέ
από κοντά μας εξαιτίας της αμαρτωλότητάς μας, να μένει πάντοτε στη ζωή μας και
να την γεμίζει με τις ευλογίες Του.
Με
αγάπη Χριστού,
π.
Βασίλειος.