Περπατώ
αμέριμνη στα μικρά πλακόστρωτα σοκάκια της χώρας του όμορφου νησιού, χαζεύοντας
τους τουρίστες και τους ντόπιους που πηγαινοέρχονται. Έξω από ένα κάτασπρο
σπίτι με γαλάζια πορτοπαράθυρα, που πάνω του αναρριχάται μία μωβ μπουκαμβίλια, κάθονταν τρείς γιαγιάδες με τις μαγκουρίτσες
τους. Συζητούσαν για τα περασμένα χρόνια, τότε που οι άνδρες τους ήταν ναυτικοί
και ταξίδευαν και εκείνες έμεναν πίσω για να μεγαλώσουν τα παιδιά τους. Τι
δύσκολο για μια γυναίκα να μεγαλώνει τα παιδιά της ολομόναχη! Σκέφτηκα! Στο
διπλανό σοκάκι, κάτω από μια κληματαριά, ήταν ξαπλωμένος ένας σκύλος με σχιστά
μάτια που πάνω του καθόταν μια γκρίζα γάτα. Θαύμα! Οι δύο αιώνιοι εχθροί
συμφιλιώθηκαν! Παίρνω το δρομάκι που οδηγεί στην κορυφή του βουνού, στο μικρό
εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία. Σουρούπωνε, ο χρυσαφένιος ήλιος σιγά-σιγά βουτούσε
μέσα στη θάλασσα. Ένα ιστιοφόρο πέρασε από μπροστά του και τον έκρυψε με τα
μεγάλα πανιά του. Μακάρι να γινόμουν γλάρος, να έβλεπα από ψηλά το Κυκλαδονήσι!
theologikesexerevniseis.blogspot.com