Τρίτη 31 Ιουλίου 2012

« ΠΕΘΑΝΕ Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΤΣΟΛΑΚΗΣ, ΤΗ ΔΕΥΤΕΡΑ 30 ΙΟΥΛΙΟΥ 2012 »


     
Απεβίωσε τη Δευτέρα 30 Ιουλίου, σε ηλικία 77 ετών, ο Χρήστος Λ. Τσολάκης, Ομότιμος Καθηγητής της Παιδαγωγικής Σχολής του ΑΠΘ (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), μια σημαντική μορφή στον χώρο της παιδείας.
Η συμβολή του υπήρξε ουσιαστική στην εισαγωγή, αλλά και την καλλιέργεια της δημοτικής γλώσσας στην εκπαίδευση και στο δημόσιο βίο.
Γεννήθηκε το 1935 στη Μόρνα (Σκοτεινά) της Πιερίας. Αποφοίτησε ως αριστούχος από τη Φιλοσοφική Σχολή του ΑΠΘ, όπου είχε δασκάλους του, μεταξύ άλλων, τους Εμμανουήλ Κριαρά, Ιωάννη Κακριδή, Λίνο Πολίτη, Απόστολο Βακαλόπουλο και Νικόλαο Ανδριώτη.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1970 υπήρξε μέλος των επιτροπών του Υπουργείου Παιδείας, που σχεδίασαν τη γλωσσική και εκπαιδευτική μεταρρύθμιση της περιόδου 1976-1978 σχετικά με τη διδασκαλία της νεοελληνικής γλώσσας και της αρχαίας ελληνικής γραμματείας από μετάφραση.
Στην συνέχεια έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Κλασικό Ινστιτούτο του Πανεπιστημίου του Λουντ στη Σουηδία, όπου γνώρισε το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας και δίδαξε νεοελληνική γλώσσα και λογοτεχνία.
Υπηρέτησε στη γενική εκπαίδευση ως καθηγητής, σχολικός σύμβουλος και διευθυντής της ΣΕΛΜΕ (Σχολή Επιμόρφωσης Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης) και του ΠΕΚ (Περιφερειακού Επιμορφωτικού Κέντρου) Θεσσαλονίκης.
Ήταν επικεφαλής των συγγραφικών ομάδων οι οποίες με τη συνεργασία του ΚΕΜΕ / Παιδαγωγικού Ινστιτούτου έγραψαν τα βιβλία «Νεοελληνική γλώσσα» για το γυμνάσιο και «Έκφραση – Έκθεση» για το λύκειο.
Η κηδεία του πραγματοποιήθηκε σήμερα, Τρίτη 31 Ιουλίου, από τον Ιερό Ναό της Αγίας Σοφίας.

Κυριακή 22 Ιουλίου 2012

« ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ »

Στο σημερινό Ευαγγελικό ανάγνωσμα, αγαπητοί μου φίλοι,  προβάλλεται η σημασία της πίστεως στη ζωή μας. Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος μας παρουσιάζει δύο τυφλούς ανθρώπους να ακολουθούν τον Χριστό και να Τον παρακαλούν να τους θεραπεύσει. «Ελέησον ημάς, υιέ Δαυΐδ» ( ΜΑΤΘ. 9, 27 ). Στην ερώτηση του Ιησού, αν πιστεύουν ότι μπορεί να τους θεραπεύσει, απαντούν θετικά. Αμέσως ο Χριστός άγγιξε τα μάτια τους και οι τυφλοί θεραπεύθηκαν. Ο Χριστός τους συστήνει με αυστηρότητα να μη μάθει κανείς για το θαύμα αυτό. Εκείνοι όμως τον εξυμνούσαν σε όλη την περιοχή. Έπειτα έφεραν στον Ιησού έναν άνθρωπο βουβό και δαιμονισμένο, προκειμένου να τον θεραπεύσει. Η θεραπεία φυσικά δεν άργησε να πραγματοποιηθεί. Οι Φαρισαίοι έλεγαν ότι βγάζει τα δαιμόνια στο όνομα του άρχοντα των δαιμονίων. Ωστόσο ο Χριστός, συνέχισε να περιοδεύει κηρύσσοντας το Ευαγγέλιο της Βασιλείας του Θεού και θεραπεύοντας κάθε ασθένεια.
Τη σημασία της πίστεως για την πνευματική μας ζωή, αλλά και για την πραγματοποίηση του θαύματος στη ζωή μας, τονίζει η διήγηση του σημερινού Ευαγγελίου. Ο Χριστός λέει στους δύο τυφλούς, αλλά και σε όλους εμάς « πιστεύετε ότι δύναμαι τούτο ποιήσαι ; » ( ΜΑΤΘ. 9, 28 ), θέλοντας να δείξει ότι για να πραγματοποιηθεί το θαύμα, είναι απαραίτητο να πιστέψουμε και να υπερβούμε τον ορθολογισμό. Τον Θεό δεν μπορούμε να Τον βρούμε με λογικές αποδείξεις. Έλεγε ο Φώτης Κόντογλου « Ο Θεός δεν βρίσκεται με το μυαλό, αλλά νοιώθεται με την καρδιά » (Μυστικά Άνθη, Έργα ΣΤ΄, σελίδα 290). Μόνο με την πίστη μπορούμε να προσεγγίσουμε τον Χριστό και να ενωθούμε μαζί Του. Επίσης ο Χριστός είναι ο ιατρός των ψυχών και των σωμάτων μας. Ο Θεός βλέπει τον άνθρωπο ως ψυχοσωματική οντότητα και επιτελεί το θαύμα με γνώμονα τη σωτηρία του.
Εκείνο ωστόσο που ξεχωρίζει στη σημερινή Ευαγγελική περικοπή, είναι ότι ο Χριστός, λέει με αυστηρό τόνο στους θεραπευμένους τυφλούς, να μη πουν σε κανένα για το θαύμα. Άσχετα από την παρακοή τους, η σημασία της επισήμανσης αυτής από τον Ευαγγελιστή Ματθαίο, είναι πολύ σημαντική για την πνευματική μας ζωή. Ο Χριστός θα επιτελέσει ένα θαύμα με γνώμονα την ψυχική μας σωτηρία. Δεν επιτελεί ένα θαύμα για να διαφημίσει την θεότητά Του. Δεν έχει ανάγκη διαφήμισης. Εκείνο που οφείλει ο πιστός είναι να δοξολογήσει τον Θεό, να Τον ευχαριστήσει με όλη του την καρδιά, να συναισθανθεί το μεγαλείο του Θεού και να οδηγηθεί σε μεγαλύτερη μετάνοια, προσευχή και κοινωνία με τον Θεό. Γι’ αυτό και το θαύμα καλό είναι να μένει μεταξύ του Θεού και του θεραπευμένου ανθρώπου. Χωρίς βέβαια να αποκλείεται και η εξαγόρευση ενός θαύματος προς ωφέλεια ψυχών.
Το θαύμα για τους ανθρώπους που δεν πιστεύουν στη δύναμη του Θεού είναι κάτι που δεν τους προξενεί εντύπωση. Αν και βλέπουν το θαύμα μπροστά τους, συνεχίζουν και είναι άπιστοι. Κάτι που έκαναν και οι Φαρισαίοι της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής. Αυτό συμβαίνει γιατί η πίστη προς τον Θεό δεν είναι αποτέλεσμα πειθούς, αλλά αποτελεί υπέρβαση του ορθολογιστικού τρόπου θεώρησης των πραγμάτων. Όπως πολύ εύστοχα παρατηρεί ο πατήρ Φιλόθεος Φάρος : «Η σχολαστική εμμονή στο γράμμα του νόμου δεν επέτρεψε στους νομοδιδασκάλους να αισθανθούν την παρουσία αυτού του ίδιου του δημιουργού του νόμου» (Πριν και μετά το Πάσχα, σελίδα 136). Επομένως, όσα θαύματα και να διηγηθούμε σε ανθρώπους που αμφισβητούν τον Θεό, δεν πρόκειται εκείνοι να ωφεληθούν, αλλά μάλλον θα χλευάσουν και τη δική μας πίστη.
Η διαφήμιση ενός θαύματος που μας έκανε ο Θεός, ενδέχεται να καλλιεργήσει στην καρδιά μας τάσεις υπερηφανείας, ότι δηλαδή εμείς υπερέχουμε των άλλων ανθρώπων. Βέβαια πάντα υπάρχουν και εξαιρέσεις. Στην περίπτωση αυτή το αποτέλεσμα είναι αντίθετο από το θέλημα του Θεού, καθώς οδηγούμαστε έτσι στην αυτοδικαίωση. Χρειάζεται μεγάλη διάκριση και καθοδήγηση από τον πνευματικό μας πατέρα, για το πώς οφείλουμε να διαχειρισθούμε ένα θαύμα. Αν νοιώθουμε ευεργετημένοι από τον Θεό, αυτό δεν πρέπει να αποτελεί αφορμή για καύχηση, αλλά μάλλον οφείλουμε να αισθανόμαστε πνευματικά ακόμη πιο ασθενείς. Να πιστεύουμε δηλαδή ότι ο Θεός επεμβαίνει στη ζωή μας, επειδή μόνοι μας δεν έχουμε τη δύναμη ή την ικανότητα να σώσουμε τον εαυτό μας. Οφείλουμε να διατηρούμε την ταπείνωση και μετά το προσωπικό μας θαύμα.
Αγαπητοί μου φίλοι, καθημερινά γίνονται θαύματα από τον Θεό, είτε μικρά είτε μεγάλα. Άλλα τα αντιλαμβανόμαστε και άλλα όχι. Η αποδοχή ενός θαύματος χρειάζεται οπωσδήποτε την πίστη μας. Χωρίς πίστη δεν μπορούμε να κατανοήσουμε απολύτως τίποτα. Βρισκόμαστε σε χειρότερο σκοτάδι από τους τυφλούς του σημερινού Ευαγγελίου. Βρισκόμαστε σε πνευματικό σκοτάδι. Αυτή που μας ανοίγει τα μάτια της ψυχής μας είναι η πίστη, η οποία δίνεται από τον Θεό. Από την πλευρά μας χρειάζεται η αποδοχή αυτής της πίστεως Να ξεφύγουμε δηλαδή από τον εγωϊσμό, την έπαρση και τον ορθολογισμό και να οδηγήσουμε τον εαυτό μας στην ταπείνωση και στην αποδοχή του θελήματος του Θεού. Να οδηγήσουμε τον εαυτό μας στην πίστη προς τον Θεό. Μην ξεχνάμε ότι ο Θεός μας είναι Θεός των προσωπικών υπάρξεων και αποκαλύψεων.
Με αγάπη Χριστού,
π. Βασίλειος.


Κυριακή 1 Ιουλίου 2012

« ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ »

Την ιδιαίτερη σημασία που έχει η προσωπική μας πίστη, όταν επικαλούμαστε τον Θεό, μας τονίζει η σημερινή περικοπή από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο. Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, αγαπητοί μου φίλοι, μας παρουσιάζει την πίστη του εκατοντάρχου, σαν πρότυπο για μίμηση. Καθώς έμπαινε ο Χριστός στην Καπερναούμ, Τον πλησίασε ένας εκατόνταρχος, ο οποίος Του μίλησε για το πρόβλημά του. Ποιο ήταν το πρόβλημά του ; Ο δούλος του ήταν παράλυτος και βασανιζόταν. Στην διαβεβαίωση του Χριστού ότι θα πάει στο σπίτι του και θα θεραπεύσει τον  δούλο του, ο εκατόνταρχος διστάζει λέγοντας, ότι μπορεί να τον θεραπεύσει και από μακριά. Γιατί όμως το είπε αυτό ο εκατόνταρχος ; Μήπως δεν ήθελε τον Χριστό στο σπίτι του ; Αντίθετα, το έκανε από την υπερβολική του ταπείνωση. Πίστευε πως ήταν ανάξιος για να πάει ο Ίδιος ο Χριστός στο σπίτι του.
Ο Χριστός θαύμασε την πίστη του εκατοντάρχου και ομολόγησε ότι τέτοια πίστη δεν είχε βρει ούτε στους Ισραηλίτες. « Ακούσας δε ο Ιησούς εθαύμασε και είπε τοις ακολουθούσιν· αμήν λέγω υμίν, ουδέ εν τω Ισραήλ τοσαύτην πίστιν εύρον » ( ΜΑΤΘ. 8, 10 ). Ο Χριστός μετά στράφηκε προς τον εκατόνταρχο και του είπε να πάει στο σπίτι του και ο δούλος του θα έχει θεραπευθεί. Δύο στοιχεία, ουσιαστικά για την πνευματική ζωή, διαθέτει ο εκατόνταρχος της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής. Την ταπείνωση και την πίστη. Παρόλο που είναι άνθρωπος υπεροχής , διακεκριμένος ανάμεσα στον ρωμαϊκό στρατό, αναγνωρίζει ότι και ο ίδιος είναι μικρός και ασήμαντος ενώπιον του Θεού. Θεωρεί τον εαυτό του ανάξιο, για να τον επισκεφθεί ο Υιός του Θεού. Η ακλόνητη πίστη και η μεγάλη ταπείνωση του εκατοντάρχου, δεν έχουν όρια. Τέτοιοι άνθρωποι δεν εμφανίζονται συχνά στην ανθρώπινη Ιστορία.
Η ταπείνωση πρέπει να είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα του κάθε Χριστιανού. Χωρίς την ταπείνωση δεν μπορεί να μας επισκιάσει η Χάρη του Θεού. Όλος ο αγώνας και η άσκηση γίνεται για να οδηγηθεί ο άνθρωπος στην ταπείνωση, που συνιστά τη μόνη δυνατή ύψωση και την πνευματική ωρίμανση. Ο εωσφόρος έχασε τον Παράδεισο από την υπερηφάνειά του. Οι πρωτόπλαστοι εξορίσθηκαν από τον Παράδεισο γιατί δικαιολογήθηκαν για την πράξη τους. Η δικαιολογία πηγή έχει την υπερηφάνεια. Αλλά και κάθε Χριστιανός που εγκαταλείπεται από την Χάρη του Θεού, έχει υποστεί πνευματικό πλήγμα από τον εγωϊσμό. Με την ταπείνωση μιμούμαστε τον Ίδιο τον Χριστό. Ο εκατόνταρχος ήταν ταπεινός και γι’ αυτό προσέλκυσε την θεία βοήθεια. Η ταπείνωσή του έκανε ιδιαίτερη εντύπωση στον Χριστό και τον θαύμασε.
Το άλλο στοιχείο, που είχε ο εκατόνταρχος, ήταν η πίστη του στη δύναμη του Ιησού. Πίστευε πως μόνο με τον λόγο του Χριστού, θα θεραπευόταν ο δούλος του. Στην Ορθοδοξία δεν μιλάμε για τη θρησκεία και το θρησκευτικό συναίσθημα, αλλά για την Εκκλησία και την πίστη της. Η πίστη πρέπει να είναι ανόθευτη και ειλικρινής. Σαν Χριστιανοί οφείλουμε να έχουμε αληθινή πίστη και όχι μια πίστη, που είναι γεμάτη από ευσεβισμό και υποκρισία. Ο Χριστιανισμός δεν είναι μια νέα θρησκεία όπως τις άλλες. Ο αληθινός Χριστιανός οφείλει να πιστεύει στον Χριστό και να εναποθέτει οποιοδήποτε πρόβλημά του σε Εκείνο. Σαν Χριστιανοί δεν πρέπει να ολιγοπιστούμε, αλλά να ελπίζουμε στην θεία βοήθεια, η οποία και θα έλθει. Όπως πολύ ωραία έλεγε ο Φώτης Κόντογλου « η πίστη ανοίγει τη μυστική πύλη της βασιλείας των ουρανών » ( Μυστικά Άνθη - Έργα ΣΤ΄ - σελίδα 313 ).
Αυτή η ταπείνωση και αυτή η πίστη πολλές φορές απουσιάζει από τους ανθρώπους, που θεωρητικά βρίσκονται πιο κοντά στον Θεό. Το ότι βρισκόμαστε μέσα στην Εκκλησία, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είμαστε σωσμένοι, καθαροί και άγιοι. Δυστυχώς αρκετές φορές λείπει η αυτογνωσία και η ταπείνωση από τη ζωή μας. Κάποιοι που δεν βρίσκονται και τόσο κοντά στην Εκκλησία, ίσως διατηρούν το δέος και τον σεβασμό απέναντι στην ιερότητα του μυστηρίου της Εκκλησίας. Από τη στιγμή που υπάρχει έλλειμμα ταπείνωσης, υπάρχει και έλλειμμα πίστης. Χωρίς ταπείνωση, το κάθε αίτημά μας προς τον Θεό δεν αποτελεί ικεσία, αλλά απαίτηση, η οποία δεν στηρίζεται στην αγάπη του Θεού αλλά στη δική μας υπερηφάνεια. Τότε η προσευχή μας γίνεται σαν την προσευχή του Φαρισαίου. Είναι μια προσευχή γεμάτη υποκρισία και ιδιοτέλεια.
Αγαπητοί μου φίλοι, ο Χριστός τονίζει σε όλους μας, στο σημερινό Ευαγγελικό ανάγνωσμα, ότι δεν αρκεί να είναι κάποιος υιός του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ, δηλαδή δεν αρκεί να είναι μέλος της Εκκλησίας, για να καθίσει ανάμεσα στους κληρονόμους της Βασιλείας του Θεού. Απαιτείται πίστη απλή, άδολη και ταπεινή, σαν του εκατοντάρχου. Μια πίστη η οποία δυστυχώς, απουσιάζει στις ημέρες μας. Όμως αυτή η πίστη αποτελεί το ζητούμενο της πνευματικής μας πορείας. Ζητάμε το θαύμα στη ζωή μας καθημερινά και ξεχνάμε ότι αυτό εξαρτάται και από τη δική μας πίστη. Για τον λόγο αυτό ας μην απελπιζόμαστε όταν ο Θεός δεν απαντά στις προσευχές μας. Αλλά ας εργαζόμαστε πνευματικά, για να γίνει η πίστη μας αληθινή και ανιδιοτελής. Να μοιάσουμε στον εκατόνταρχο της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής.
Με αγάπη Χριστού,
π. Βασίλειος.