Σάββατο 26 Φεβρουαρίου 2011

« Η ΑΓΑΠΗ ΜΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΛΗΣΙΟΝ »

Οι Πατέρες μας θυμίζουν ότι δε θα κριθούμε γιατί κάναμε το κακό, αλλά θα κατακριθούμε γιατί προπαντός δεν κάναμε το καλό και γιατί δεν αγαπήσαμε τον πλησίον μας.

Πρωτοπρεσβύτερος Μιχαήλ Καρδαμάκης.

« Κεφάλαια Κατανυκτικά », σελίδα 67.

Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2011

« ΠΡΟΣΕΓΓΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ »

Επειδή προείχε το θέμα των Τριών Ιεραρχών τον προηγούμενο μήνα, έκρινα σκόπιμο σ’ αυτή μας τη συνάντηση να ασχοληθούμε έστω ετεροχρονισμένα με τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, τον άγιο των Ελληνικών Γραμμάτων. Εφέτος συμπληρώνονται εκατό χρόνια από την κοίμησή του.

Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης υπήρξε κορυφαίος πεζογράφος του ΙΘ΄ αιώνα και σταθμός στην εξέλιξη της Νεοελληνικής λογοτεχνίας. Σήμερα κατέχει σπουδαία θέση στα Ελληνικά Γράμματα. Τα διηγήματά του είναι ένας πραγματικός θησαυρός για εμάς τους Νεοέλληνες. Είναι μια μεγάλη λογοτεχνική προσωπικότητα. Ο Παπαδιαμάντης είναι προπαντός «λογοτεχνία» και έγραψε για να πλουτίσει την ευαισθησία μας.

Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης γεννήθηκε στο όμορφο νησί της Σκιάθου, στις 4 Μαρτίου του έτους 1851. Ο πατέρας του, Αδαμάντιος Εμμανουήλ ήταν ιερέας και καταγόταν από οικογένεια ναυτικών και κληρικών, ενώ η μητέρα του Αγγελική Μωραϊτίδη καταγόταν από αριστοκρατική σκιαθίτικη οικογένεια.

Στη Σκιάθο και αργότερα στη Σκόπελο τελείωσε το Δημοτικό και Σχολαρχείο. Μαθήτευσε έπειτα στα Γυμνάσια της Χαλκίδας και του Πειραιά. Τις Γυμνασιακές του σπουδές τις συμπλήρωσε στην Αθήνα. Έπειτα εισήλθε στην Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, την οποία δεν τελείωσε ποτέ. Και αυτό έγινε γιατί η βιοπάλη, μαζί με την «έντιμον πενίαν» όπως έγραφε στον πατέρα του, δεν του άφησαν περιθώρια για την πολυτέλεια των σπουδών.

Επισκέφθηκε το Άγιον Όρος μαζί με τον παιδικό του φίλο Νίκο Διανέλο, τον μετέπειτα π. Νήφωνα. Δεν μπόρεσε να μείνει στο Άγιον Όρος για να μονάσει και ξαναγύρισε στον κόσμο, για να ζήσει ως «κοσμοκαλόγερος», όπως είχε πει κάποτε στη μητέρα του. Του άρεσε η μοναξιά και η απομόνωση.

Στην καθημερινή ζωή του προγύμναζε παιδιά, μετέφραζε για τις εφημερίδες από τα Αγγλικά και τα Γαλλικά και δημοσίευε στον «Νεολόγο» της Κωνσταντινούπολης σε συνέχειες, το 1879, το πρώτο του μυθιστόρημα με τον τίτλο «Η Μετανάστις». Η απόφαση της εφημερίδας «Νεολόγος» να ενθαρρύνει και να υποστηρίξει τον άγνωστο εικοσιοκτάχρονο Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη δικαιώθηκε από την ιστορία.

Παράλληλα, έψαλλε στις αγρυπνίες, πρώτα των Αγίων Αναργύρων στου Ψυρρή και ύστερα στη γνωστή μας Εκκλησία του Προφήτη Ελισσαίου. Στον Προφήτη Ελισσαίο συνήθιζε να ψάλλει ως δεξιός ψάλτης, ενώ στον ίδιο Ναό έψαλλε ως αριστερός ψάλτης ο εξάδελφός του συγγραφέας Αλέξανδρος Μωραϊτίδης. Εφημέριος τότε του Ναού ήταν ο Άγιος παπα Νικόλας Πλανάς.

Η φτώχεια του σπιτιού του και η δική του, τον ανάγκαζε να κουράζεται φοβερά για την απόκτηση των αναγκαίων αγαθών. Έτσι το 1894 αρρώστησε και πήγε στο νησί του. Σε λίγο καιρό έχασε τον πατέρα του. Το 1905 έχασε και τον αδελφό του και έμεινε εκείνος προστάτης, για την οικογένεια του αδελφού του καθώς και για τις ανύπαντρες αδελφές του.

Έκανε συχνά ταξίδια Σκιάθο – Αθήνα, όπου η συγγραφική του δόξα όλο ανέβαινε. Το 1908 έγινε προς τιμή του μια μεγάλη γιορτή στον Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός», μα ο ίδιος απουσίαζε. Αργότερα έμαθαν, πως βρισκόταν στο σπίτι ενός φίλου του μανάβη. «Ένοιωθε άνεση μακρυνόμενος από τους ¨πνευματικούς¨ ανθρώπους και γενικά απέφευγε τα φιλολογικά σαλόνια όπου συνηθροίζοντο συνήθως οι συνάδελφοί του». (Ο Κοσμοκαλόγηρος Παπαδιαμάντης, Μοναχού Θεόκλητου Διονυσιάτη, σελίδα 33).

Τον Νοέμβριο του 1910 ο κυρ Αλέξανδρος έπεσε άρρωστος. Στις αδελφές του, που προσπαθούσαν να τον καθησυχάσουν απαντούσε με θαυμαστή ηρεμία : «Δεν εννοείτε ότι αυτά είναι προοίμια του θανάτου μου ; Φέρετε αμέσως τον παπά και μην αναβάλλετε!» Ήθελε να κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων.

Αργά το βράδυ της 2ας Ιανουαρίου του 1911, ζήτησε από τις αδελφές του να ανάψουν κερί και να του φέρουν ένα βιβλίο για να ψάλλει. Το βιβλίο αργούσε να έλθει και απόκαμε. Άρχισε τότε να ψάλλει το Δοξαστικό από τις Μεγάλες Ώρες της Παραμονής των Θεοφανείων «Την χείρά σου την αψαμένην, την ακήρατον κορυφήν του Δεσπότου…», το οποίο ήταν και το τελευταίο ψάλσιμο του Παπαδιαμάντη.

Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, ξημερώματα 3ης Ιανουαρίου του 1911, έκλεισε μόνος του τα μάτια και παρέδωσε την ψυχή του στα χέρια του Θεού. Η κηδεία του τελέσθηκε στο αγαπημένο του νησί, μέσα στο βαθύ πένθος των κατοίκων του νησιού. Με την είδηση του θανάτου του το πένθος έγινε πανελλήνιο.

Μέσα στα διηγήματα του Παπαδιαμάντη γίνεται συχνή αναφορά στις φυσικές ομορφιές της Σκιάθου. Τα διηγήματά του είναι εμπλουτισμένα με τα θρησκευτικά του βιώματα ή τα βάσανα, τους καημούς και τις μικροχαρές της σκιαθίτικης φτωχολογιάς. Οι ήρωές του είναι άνθρωποι στις αληθινές τους διαστάσεις.

Αγαπούσε ιδιαίτερα τον Σαίξπηρ, του οποίου τα έργα μετέφραζε. Το 1930 στη Σκιάθο, ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης σημειώνει : «το μόνο βιβλίο που είδα πάνω στο μικρό τραπέζι μια φτηνή αγγλική έκδοση του Σαίξπηρ». Με αυτό αλλά και με τις άλλες μεταφράσεις φανερώνεται, ότι ο Παπαδιαμάντης είχε γνώσεις και από την ξένη λογοτεχνία.

Ένα ακόμη που θα θέλαμε να παρατηρήσουμε είναι ότι τα ιστορικά μυθιστορήματα του Παπαδιαμάντη ανήκουν στο τέλος της εποχής του Νεοελληνικού Ρομαντισμού, ενώ τα διηγήματά του ανήκουν στην αρχή της Ρεαλιστικής Ηθογραφίας.

Ένα πρόβλημα που υπάρχει στο κείμενο του Παπαδιαμάντη είναι η γλωσσική απόσταση που έχει από εμάς. Βέβαια το πρόβλημα δεν είναι στον Παπαδιαμάντη είναι στη φτωχή δική μας Ελληνομάθεια, είναι λίγα τα Ελληνικά μας. Δυστυχώς η παιδεία στην πατρίδα μας περνά δύσκολη φάση.

Η γλώσσα του Παπαδιαμάντη είναι λόγια, αυτό που θα λέγαμε καθαρεύουσα, εμπλουτισμένη από πολλές λέξεις και φράσεις από την Αρχαία Ελληνική Λογοτεχνία, αλλά και από τα κείμενα τα Εκκλησιαστικά, Πατερικά, Υμνογραφικά και άλλα. Οι διάλογοί του είναι στη Δημοτική γλώσσα, την οποία χειρίζεται εξίσου όμορφα.

Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να προσεγγίσουμε το έργο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, μελετώντας τα υπέροχα διηγήματά του. Ας είναι η φετινή επέτειος των εκατό χρόνων από την κοίμησή του η απαρχή της εντρυφήσεώς μας στον Παπαδιαμαντικό πλούτο. Θα ωφεληθούμε από κάθε πλευρά, γλωσσική, λογοτεχνική, εκκλησιαστική. Ο Παπαδιαμάντης ας γίνει το καθημερινό μας ανάγνωσμα.

Πρεσβύτερος Βασίλειος Γιαννακόπουλος.

«ΝΕΟΙ ΚΑΙΡΟΙ ΕΝ ΑΙΓΙΩ», ΤΕΥΧΟΣ 5, ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2011.

« ΠΩΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΙ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ »

1. Δουλειά μας είναι να κάνουμε αγώνα να αναπαύεται η χάρη του Θεού μέσα μας.

2. Να παλεύουμε με όσα μέσα διαθέτουμε και να μην απελπιζόμαστε ποτέ.

3. Να έχουμε εμπιστοσύνη στο Θεό και να μην το βάζουμε κάτω.

4. Άλλη η λογική του Θεού, άλλη των ανθρώπων.

5. Ο Θεός δεν είναι ομπρέλα να τον θυμόμαστε στις δυσκολίες.

6. Σημασία έχει μέσα στην καρδιά και στο μυαλό μας να είναι υψωμένος ο Σταυρός.

7. Εμείς είμαστε το πρόβλημα, ο τρόπος που ζούμε, δεν είναι οι άλλοι.

8. Για να θριαμβεύσει το κακό, αρκεί οι καλοί να μην κάνουν τίποτα.

9. Δείξε μου την πίστη σου από τα έργα σου.

10. Ο Χριστιανός φωνάζει με το στόμα κλειστό.

11. Λόγοι άνευ βίου σιωπούν, βίος άνευ λόγων βοά!

12. Δεν υπάρχει ατομική σωτηρία στον Χριστιανισμό.

13. Η κάρτα του πολίτη δεν είναι θρησκευτικό ζήτημα.

14. Ό,τι δεσμεύει την ελευθερία μας θα το πολεμάμε.

15. Να είμαστε άγρυπνοι και να παρακολουθούμε ό,τι συμβαίνει.

Δευτέρα 14 Φεβρουαρίου 2011

« ΑΥΤΑ ΤΑ ΔΕΝΤΡΑ »

Αυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό,

αυτές οι πέτρες δε βολεύονται

κάτω απ’ τα ξένα βήματα

αυτά τα πρόσωπα δε βολεύονται

παρά μόνο στον ήλιο,

αυτές οι καρδιές δε βολεύονται

παρά μόνο στο δίκιο.


Ετούτο το τοπίο είναι σκληρό σαν τη σιωπή,

κρύβει στον κόρφο του τα πυρωμένα του λιθάρια,

κρύβει στο φως τις ορφανές ελιές του

και τ’ αμπέλια του.


Δεν υπάρχει νερό. Μονάχα φως.

Ο δρόμος χάνεται στο φως

κι ο ίσκιος της μάντρας είναι σίδερο.


Από τον κύκλο ποιημάτων « Αγρυπνία », του Γιάννη Ρίτσου.

Σάββατο 12 Φεβρουαρίου 2011

« ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ »

Ιουδαϊκή αίρεση ήταν, αγαπητοί μου φίλοι, οι Φαρισαίοι. Όπως μας πληροφορεί ο Ιστορικός Ιώσηπος στην εποχή του Χριστού αριθμούσε έξι χιλιάδες μέλη. Κύρια χαρακτηριστικά ήταν ο ζήλος τους για τελειότητα και η πιστή τήρηση του Νόμου. Έδιναν ιδιαίτερη σημασία στις προφορικές παραδόσεις, μονοπωλούσαν την εύνοια του Θεού και περιφρονούσαν τους αμαρτωλούς και τους τελώνες. Η θρησκευτικότητά τους είχε καταντήσει μια υποκριτική τήρηση ορισμένων τυπικών διατάξεων του Νόμου, η δε ευσέβειά τους ήταν επιφανειακή. Δεν μπορούσαν ποτέ να διανοηθούν σωτηρία για ένα αμαρτωλό. Πίστευαν ότι μόνο με τις καλές πράξεις θα κερδίσουν τον Παράδεισο. Η μετάνοια, τα δάκρυα και η αυτογνωσία ήταν πράγματα άγνωστα γι’ αυτούς.

Ο Φαρισαίος του Ευαγγελίου καυχάται για την ευσέβειά του και στηλιτεύει την αμαρτωλότητα του Τελώνη. Έχει την αίσθηση του τέλειου και αναμάρτητου. Αντίθετα ο Τελώνης χτυπώντας το στήθος του παρακαλούσε τον Θεό να του συγχωρήσει τα αμαρτήματα. Η Υμνολογία της ημέρας τονίζει με έμφαση τη διαφορά μεταξύ Φαρισαίου και Τελώνη. Ο πρώτος με την καύχηση στερήθηκε τα αγαθά, ο δεύτερος με την μετάνοια αξιώθηκε πολλών δωρεών. Ενώπιον του Θεού κάθε υπερήφανη φωνή είναι μισητή. Ας θυμηθούμε εδώ τα λόγια του Κυρίου μας : «Ουαί υμίν γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, ότι παρομοιάζετε τάφοις κεκονιαμένοις, οίτινες έξωθεν μεν φαίνονται ωραίοι, έσωθεν δε γέμουσιν οστέων νεκρών και πάσης ακαθαρσίας. Ούτω και υμείς έξωθεν μεν φαίνεσθε τοις ανθρώποις δίκαιοι, έσωθεν δε μεστοί εστε υποκρίσεων και ανομίας» ( ΜΑΤΘ. 23,28 ).

Ο αλαζονικός και θρασύς τρόπος του Φαρισαίου νικήθηκε από το συντετριμμένο πνεύμα του Τελώνη. Στον Φαρισαίο ταιριάζουν τα λόγια του καθηγητή Χρήστου Γιανναρά : «Τίμημα τραγικό ερωτικής στέρησης στο βωμό της απληστίας του θρησκευτικού εγωϊσμού. Πάσχει τη στέρηση ο ψευδευλαβής ανέραστος, πάσχει το πάθος μανικής αυτοκαταξίωσης. Γαντζώνεται απελπισμένα στον νόμο, να εξασφαλίσει την τεκμαρτή δικαίωση της τραγικής του στέρησης. Γίνεται ανάλγητος ο ανέραστος, σκληρός επιτιμητής κάθε αδυναμίας, κάθε ανθρώπινης αποτυχίας» ( Σχόλιο στο Άσμα Ασμάτων, σελίδα 108 ). Ο Φαρισαίος ήταν υποκριτής και φανατικός. Αντίθετα ο Τελώνης μέσα από την αμαρτωλότητά του, είχε οδηγηθεί στην ταπείνωση και στην μετάνοια.

Δυστυχώς υπάρχουν και σήμερα ανάμεσα στους Χριστιανούς Φαρισαίοι. Είναι όσοι υποτιμούν τη δύναμη της Θείας Χάριτος, όσοι μονοπωλούν την ευσέβεια, όσοι με φανατισμό προσπαθούν να επιβάλουν τη γνώμη τους, όσοι φορούν προσωπείο, όσοι αισθάνονται εσωτερική αυτάρκεια, όσοι είναι τυπολάτρες και θρησκόληπτοι. Όλοι αυτοί δεν απέχουν πολύ από τη Φαρισαϊκή νοοτροπία. Υπάρχουν άνθρωποι με εξωτερική θρησκευτικότητα, που στην ουσία ζουν διχασμένη ζωή. Δεν είναι Φαρισαίος ο Χριστιανός που την Κυριακή στην Εκκλησία προσεύχεται, ενώ τις υπόλοιπες ημέρες κλέβει και εξαπατά τους συνανθρώπους του; Δεν είναι Φαρισαίος εκείνος που εξωτερικά δείχνει αξιοπρεπής και δίκαιος, ενώ μέσα του ζει μια ζωή διεφθαρμένη;

Αυτά όλα τα γνωρίζει ο Θεός. Γνωρίζει την εσωτερική κατάσταση του κάθε ανθρώπου ξεχωριστά. Για τον Θεό σημασία έχει η εσωτερική ζωή και ό,τι εκπορεύεται απ’ αυτήν. Στηλιτεύοντας η Εκκλησία μας την υποκρισία διακηρύττει στο Συναξάρι της σημερινής Κυριακής : «Κρείσσον γαρ εστιν αμαρτάνοντα επιστρέφειν, ή κατορθούντα επαίρεσθαι». Ο δε Αββάς Σαρματάς στο Γεροντικό αναφέρει : «Θέλω άνθρωπον αμαρτήσαντα, ει οίδεν ότι ήμαρτε και μετανοεί, υπέρ άνθρωπον μη αμαρτήσαντα και έχοντα εαυτόν ως δικαιοσύνην ποιούντα» ( Γεροντικόν, σελ.117 ). Όσα κατορθώματα κι αν κάνουμε, όταν δεν συνοδεύονται από την ταπείνωση, είναι επιζήμια για την ψυχή μας.

Αγαπητοί μου φίλοι, το πρώτο σκαλοπάτι της κλίμακας που οδηγεί στον Θεό είναι η τελωνική ταπείνωση. Η Εκκλησία μας όρισε την ανάγνωση της παραβολής του Τελώνη και Φαρισαίου για να μας διδάξει, ότι θεμέλιο και βάση της πνευματικής ζωής είναι η ταπεινοφροσύνη. Καμιά αρετή μας μη μας δημιουργήσει στην ψυχή μας υπερηφάνεια. Μη πέσουμε στα δίχτυα της κενοδοξίας. Ο Κύριος ζητάει από μας τα δάκρυα της μετανοίας και συναισθήσεως. Έτσι προσελκύουμε την Χάρη του Θεού και μπορούμε να πλησιάσουμε τον κατερχόμενο Θεό. Η υπερηφάνεια απομακρύνει την Χάρη του Τριαδικού Θεού. Αντίθετα η ταπείνωση είναι απόρθητο φρούριο το οποίο κανείς εχθρός δεν μπορεί να δρασκελίσει.

Με αγάπη Χριστού,

π. Βασίλειος.

Παρασκευή 4 Φεβρουαρίου 2011

« ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ »

Οδυσσέας Ελύτης, εφημερίδα «Το Βήμα», Δεκέμβριος 1978.

Τι έχει να πει ο ποιητής Οδυσσέας Ελύτης για το γλωσσικό ζήτημα και την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση ;

Είναι κι αυτή μια υπόθεση που μας ταλαιπωρεί άδικα εδώ και ενάμιση αιώνα. Επειδή εγώ δεν ξέρω να υπάρχει παρά μία γλώσσα, η ελληνική όπως εξελίχθηκε από την αρχαία, που έπρεπε να είναι το καμάρι μας και το μεγάλο στήριγμα.

Όμως, για να συγκρίνουμε και εδώ τον εαυτό μας με τους δυτικούς, που έχουν γλώσσα πέντε – έξι αιώνων, δυσανασχετούμε που η δική μας, πενταπλάσιων αιώνων, συμβαίνει να διαθέτει πολλά κλαβιέ. Και καταφέραμε το πλεονέκτημά μας να το μετατρέψουμε σε μειονέκτημα.

Το να λέει, αγαπητέ μου, ο Έλληνας ποιητής ακόμα και σήμερα «ουρανός» ή «θάλασσα» ή «ήλιος» ή «σελήνη» ή «άνεμος» όπως το έλεγαν η Σαπφὠ και ο Αρχίλοχος δεν είναι μικρό πράγμα. Είναι πολύ σπουδαίο. Επικοινωνούμε κάθε στιγμή μιλώντας με τις ρίζες μας. Τις ρίζες μας που βρίσκονται εκεί : στα αρχαία. Γι’ αυτό και λυπάμαι που καταργήθηκαν από τα Γυμνάσια, κι ας με πείτε καθυστερημένο.

FREE SUNDAY, ΑΡ. ΦΥΛΛΟΥ 122, 30/01/2011.